![]() |
ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ Πούσκιν 1799 έως 1837 (38)
| ||
---|---|---|---|
ΟΝΕΓΚΙΝ
Ο θείος μου που σε τιμιότητα υπερέβαλλε, Όταν πραγματικά αρρώστησε, στη στιγμή Το σεβασμό στο πρόσωπό του επέβαλε. Και τίποτα πιο έξυπνο δεν μπορούσε να σκεφτεί. Το παράδειγμά του ήταν για τους άλλους σοφία, Αλλά, Θεέ μου, τι ανία Μ’ έναν άρρωστο να κάθεσαι νύχτα μέρα Και ούτε βήμα να μην κάνεις παραπέρα! Τι εξευτελιστικά ποταπό! Έναν μισοπεθαμένο να διασκεδάζεις, Τα μαξιλάρια του να σιάζεις, Με ύφος πένθιμο να φέρνεις το ζωμό, Ν’ αναστενάζεις και μέσα σου να λες: «Πότε πια θα σε πάρει ο διάβολος, μωρέ! |
Ο Αλεξάντρ Σεργκέγεβιτς Πούσκιν (Μόσχα, 6 Ιουνίου 1799 – Πετρούπολη, 10 Φεβρουαρίου 1837), ήταν Ρώσος λογοτέχνης, θεωρείται ο εθνικός ποιητής της Ρωσίας. Γεννήθηκε σε μια αριστοκρατική και εξαιρετικά καλλιεργημένη οικογένεια, ο πατέρας του έγραφε ποίηση ενώ η μητέρα του ήταν εγγονή ενός αφρικανού αξιωματούχου της αυλής του Μεγάλου Πέτρου, από αυτόν είχε κληρονομήσει αδρά μελαχρινά χαρακτηριστικά. Στο σπίτι του ο Αλεξάντρ γνώρισε τους σπουδαιότερους λογοτέχνες της εποχής και από μικρός ξεκίνησε να γράφει. Τελειώνοντας το λύκειο το 1817 διορίστηκε στο υπουργείο εξωτερικών και έζησε για 3 χρόνια στην Μόσχα μια έντονα κοσμική ζωή, συγχρόνως έγραφε και συμμετείχε σε λογοτεχνικούς κύκλους. Το 1820 aποφασίστηκε η εξορία του στην Σιβηρία καθώς το ποίημα του ωδή στην ελευθερία και κάποια σατιρικά επιγράμματα είχαν ενοχλήσει τον Τσάρο. Τελικά και με παρέμβαση πολλών ανθρώπων του πνεύματος όπως και του Καποδίστρια που ήταν υπουργός εξωτερικών τότε, τον στείλανε στο Αικατερίνοσλαβ της νότιας Ρωσίας. Εκεί γνώρισε πολλούς Έλληνες που είχαν καταφύγει μετά το κίνημα του Υψηλάντη, και έγινε θερμός υποστηρικτής της ελληνικής επανάστασης. Έμεινε δύο χρόνια στο Αικατερίνοσλαβ και ταξίδεψε σε Καύκασο και Κριμαία, ήρθε σε επαφή με ανθρώπους του λαού και συνέλεξε πολλές λαϊκές ιστορίες και μύθους. Μετά έζησε στην Οδησσό μέχρι το 1824 οπότε και τέθηκε σε περιορισμό στα πατρικά κτήματα λόγω των γραπτών του, και κυρίως λόγω ενός γράμματος του στο οποίο καταφερόταν κατά της θρησκευτικής πίστης. Το γράμμα το δημοσιοποίησε ο προϊστάμενος του μετά που είχε ανακαλύψει πως ο Πούσκιν διατηρούσε δεσμό με την γυναίκα του.
Στα πατρικά χτήματα έζησε μακριά από τις ίντριγκες της κοσμικής ζωής και έγραψε το μεγαλύτερο μέρος του αριστουργηματικού «Ευγένιος Ονιέγκιν». Το 1826 ο Τσάρος του επέτρεψε να επιστρέψει στην πρωτεύουσα, εκείνος τον διαβεβαίωσε πως δεν είχε πρόθεση να αντιταχθεί στην κατεστημένη τάξη πραγμάτων. Το 1828 που ξεκίνησε ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος θέλησε να καταταχθεί και να πολεμήσει αλλά δεν του επιτράπηκε, ακόμη θεωρούνταν ύποπτος για το καθεστώς. Το 1830 κι επειδή είχε ξεσπάσει επιδημία χολέρας πήγε στο οικογενειακό κτήμα για μερικούς μήνες όπου έγραψε πάνω από 50 ποιήματα, μερικά από τα σπουδαιότερα έργα του. Το 1831 παντρεύτηκε μια φιλάρεσκη κοσμική καλλονή της εποχής και μετακόμισαν στην Πετρούπολη. Μαζί της ξαναθυμήθηκε την ζωή που είχε ζήσει νεαρός στην Μόσχα: πάρτι, ξενύχτια, ποτά, κατακτήσεις γυναικών, χαρτοπαίγνια. Πολύ σύντομα σπατάλησε μεγάλο μέρος της περιουσία του και βρέθηκε καταχρεωμένος. Το 1837 ξεσπάει σκάνδαλο με κάποιον νεαρό που φημολογείται πως έχει ερωτικό δεσμό με την γυναίκα του κι ο Πούσκιν τον καλεί σε μονομαχία. Έχει μονομαχήσει πολλές φορές στην ζωή του, η πρώτη φορά ίσως ως ο θιγόμενος, αποδεικνύεται και η τελευταία. Τραυματίστηκε βαριά στο στομάχι και πέθανε δύο μέρες μετά, στις 10 Φεβρουαρίου του 1837. «Με δυσκολία αναπνέω. Κάτι με τραβάει προς τα κάτω», ήταν τα τελευταία του λόγια. ΠΟΥΣΚΙΝ ΠΟΙΗΜΑΤΑ |