ΜΑΙΡΗ ΣΕΛΛΕΥ
ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ
|
ΜΑΙΡΗ ΣΕΛΛΕΥ
ΦΡΑΝΚΕΝΣΤΑΪΝ
[...]
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΕΒΔΟΜΟ
Το πλάσμα έκανε μια παύση και κάρφωσε το βλέμμα του επανω μου,
προσδοκώντας απάντηση. Όμως εγώ ήμουν σαστισμένος και ανήμπορος
να συλλάβω το πλήρες νόημα της φράσης του. Εκείνος συνέχισε:
«Πρέπει να μου φτιάξεις μια γυναίκα για να ζήσω μαζί της και να
γνωρίσω εκείνη την αρμονία των συναισθημάτων που είναι απαραίτητα για
την ύπαρξη μου. Μόνο εσύ μπορείς να το κάνεις αυτό και δεν μπορείς να
μου αρνηθείς αυτό το δικαίωμα».
Το τελευταίο μέρος της αφήγησης μου ξύπνησε μέσα μου την οργή που
είχε καταλαγιάσει όταν μου μιλούσε για την ειρηνική ζωή του κοντά στους
χωρικούς. Τώρα πια ήταν αδύνατο να συγκρατήσω το θυμό μου.
«Δεν θα το κάνω» απάντησα, «και κανένα βασανιστήριο δεν θα
αποσπάσει τη συγκατάθεση μου. Μπορείς να με καταντήσεις τον πιο
δυστυχισμένο άνθρωπο στον κόσμο, αλλά δεν μπορώ να ταπεινωθώ
μπροστά στα ίδια μου τα μάτια. Να δημιουργήσω άλλο ένα πλάσμα σαν κι
εσένα, έτσι ώστε να ενώσετε τις σκοτεινές σας δυνάμεις και να αφανίσετε
τον κόσμο; Φύγε! Σου απάντησα, μπορείς να με βασανίσεις αλλά δεν
πρόκειται να με κάνεις να αλλάξω γνώμη».
«Δεν έχεις δίκιο», απάντησε ο δαίμονας, «αλλ’ αντί να σε απειλήσω, θα
σου μιλήσω με την φωνή της λογικής. Είμαι κακός γιατί είμαι
δυστυχισμένος. Όλοι οι άνθρωποι με αποφεύγουν και με μισούν. Εσύ
δημιουργέ μου, πρώτος, θα χαιρόσουν αν με έκανες κομμάτια. Επομένως,
γιατί να λυπηθώ τον άνθρωπο τη στιγμή που ο άνθρωπος δεν με λυπάται;
Αν μπορούσες να με γκρεμοτσακίσεις από κάποιο παγωμένο γκρεμό, δεν
θα το αποκαλούσες φόνο, έτσι δεν είναι; Γιατί να σέβομαι τον άνθρωπο
της στιγμή που ο άνθρωπος με καταδικάζει; Θυσία θα γινόμουν για τον
άνθρωπο και δάκρυα ευγνωμοσύνης θα έχυνα αν με αποδεχόταν.
Δυστυχώς αυτό είναι αδύνατον. Οι ανθρώπινες αισθήσεις υψώνουν
ανυπέρβλητα φράγματα ανάμεσά μας. Όμως εγώ αρνούμαι να δεχτώ την
τρομερή σκλαβιά. Θα πάρω εκδίκηση για ότι έχω τραβήξει Κι εφόσον δεν
εμπνέω την αγάπη, θα προκαλώ το φόβο, και πάνω από όλα τον δικό σου
φόβο, γιατί είσαι ο χειρότερος εχθρός μου κι έχω ορκιστεί να σε μισώ για
πάντα. Φυλάξου: θα γίνω αίτιος της καταστροφής σου και δεν θα ησυχάσω
αν δεν σου ξεσχίσω την καρδιά, έτσι που να καταριέσαι την ώρα που
γεννήθηκες».
Καθώς μιλούσε, το πρόσωπό του συσπάστηκε φριχτά και
παραμορφώθηκε παό μια διαβολική οργή. Σύντομα όμως ηρέμησε και
συνέχισε:
«θα σου μιλήσω λογικά. Αυτό το πάθος με βασανίζει και πρέπει να
καταλάβεις πως εσύ είσαι η αιτία για τα μαρτύρια μου. Αν ένας άνθρωπος
μου χάριζε λίγη καλοσύνη, θα του την ανταπέδιδα στο εκατονταπλάσιο και
για την αγάπη ενός τέτοιου πλάσματος, θα συμφιλιωνόμουν με ολόκληρο
το ανθρώπινο γένος. Όμως αυτό το όνειρο δεν μπορεί να
πραγματοποιηθεί. Το αίτημα μου είναι λογικό και μετριοπαθές: σου ζητώ
ένα πλάσμα του αντίθετου φύλου αλλά σιχαμερό σαν κι εμένα. Δεν σου
ζητάω πολλά, και θα είμαι ικανοποιημένος γιατί αυτό είναι το μόνο που
μπορώ να ελπίζω. Θα είμαστε δύο τέρατα, απομονωμένα από όλο τον
κόσμο, αλλά για αυτόν ακριβώς το λόγο θα είμαστε περισσότερο δεμένοι ο
ένας με τον άλλο. Η ζωή μας δεν θα είναι ακριβώς ευτυχισμένη αλλά
τουλάχιστον θα είναι ειρηνική, δίχως τα τωρινά βάσανα. Αχ, δημιουργέ
μου, κάνε με ευτυχισμένο κι εγώ θα σε ευγνωμονώ! Δείξε μου ότι μπορώ
να προκαλέσω τη συμπόνια τουλάχιστον ενός πλάσματος στον κόσμο, μην
μου αρνηθείς αυτή την παράκληση!»
Απόσπασμα από έκδοση της
Deagostini Hellas, 2000,
σε μτφ Μαριάννας Τζιαντζή
|