,
Μένανδρος

ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ

Το έργο "Σαμία", μέσα από μια σειρά παρεξηγήσεων, πραγματεύεται τα μπερδέματα που δημιουργεί ανάμεσα σε δύο οικογένειες ένα εξώγαμο παιδί.

Μένανδρος

Σαμία

Απόσπασμα
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
Η σκηνή στην Αθήνα: Εισέρχεται ο Μοσχίων, γιος του Δημέα.

[ΜΟΣΧΙΩΝ
…….
(λείπουν περίπου 10 στίχοι)
Λυπάμαι πολύ που πρέπει
να στενοχωρήσω τον πατέρα μου.
Έχω φταίξει. Θα το μάθει,
όπως λογαριάζω, τώρα που έρχεται.
Αλλά καλύτερα να τα πω σε σας,
αφού σας περιγράψω τον χαρακτήρα του.
Από μικρό παιδί με έχει καλομάθει
— το θυμάμαι καλά, αλλά ας τα αφήσουμε.
Τότε ακόμη ήμουν ανώριμος.
Έγινα δεκαοκτώ χρονών,
κι όπως όλα τα παιδιά.
Κατά πως λέει η παροιμία
«ένας από τον σωρό».
Όμως από τη μοίρα μου, μα τον Δία,
Είμαι ο πιο δυστυχισμένος.
Αλήθεια, τίποτε δεν είμαστε!
Η διαφορά μου ήταν ότι έγινα χορηγός
και πήρα αξιώματα.
Μου είχε σκυλιά και άλογα.
Έλαμψε το ιππικό της φυλής μου
με μένα αρχηγό.
Είχα τα μέσα να βοηθώ
στην ανάγκη τους φίλους μου.
Χάρη σ᾽ εκείνον ήμουν άνθρωπος.
Όμως του τα ανταπέδιδα αυτά
όπως μπορούσα:
Ήμουνα κύριος στη συμπεριφορά μου.
Ύστερα συνέβη
—όλα τα δικά μας θα σας τα πω,
μια κι έχω χρόνο στη διάθεσή μου—
συνέβη λοιπόν εκείνος να ερωτευθεί
μια εταίρα από τη Σάμο,
πράγμα φυσικό κι ανθρώπινο.
Το έκρυβε αυτό, καθώς ντρεπότανε.
Εγώ, χωρίς εκείνος να το θέλει,
το έμαθα και σκέφτηκα,
πως αν δεν γίνει η γυναίκα του,
θα έχει φασαρίες
με τους νεαρούς αντεραστές του,
αλλά αυτό, ίσως ντρεπόταν εμένα,
για να το κάνει.
Εγώ [βοήθησα] να την πάρει στο σπίτι να συζήσουν.

[……]

[Ο πατέρας με τον γείτονα λείπουν μήνες
τώρα σε ταξίδι. Εμένα άφησαν να φροντίζω,
όχι μόνο το δικό μας σπίτι αλλά και του γείτονα,
που έχει γυναίκα και μια κόρη.
Αυτό το κάνω μ᾽ όλη μου την καρδιά
Και με το παραπάνω.]
Η μητέρα της κόρης είχε καλές σχέσεις
με του πατέρα μου τη φίλη από τη Σάμο,
και πολύ συχνά εκείνη βρισκόταν στο σπίτι τους,
άλλες φορές ερχόταν και στο δικό μας.
Μια νύχτα λοιπόν γυρίζω σπίτι από το κτήμα
και τις βρίσκω μαζεμένες εδώ στο σπίτι μας
μαζί μ᾽ άλλες γυναίκες: γιόρταζαν τα Αδώνια,
διασκέδαζαν για τα καλά, όπως συνηθίζεται.
Έμεινα μαζί τους, γιατί μου άρεσε, αλίμονο, το θέαμα.
Έπειτα έκαναν θόρυβο και δεν με άφηναν να κοιμηθώ.
Ανέβαζαν στη στέγη γλάστρες με φυτά,
χόρευαν και ξεφάντωναν όλη τη νύχτα,
σκόρπιες σ᾽ όλο το σπίτι.
Τί έγινε κατόπιν διστάζω να σας πω,
ίσως ντρέπομαι. Αλλά τί ωφελεί;
πάντως ντρέπομαι.
Η κοπέλα έμεινε έγκυος. Λέγοντας αυτό
ομολογώ κι αυτό που έγινε προηγουμένως.
Δεν αρνήθηκα την ευθύνη μου,
πήγα στη μητέρα της και υποσχέθηκα
πως θα την πάρω, όταν γυρίσει ο πατέρας μου.
Έδωσα όρκο. Το παιδί γεννήθηκε πριν από λίγες
μέρες και το έχω πάρει στο σπίτι μας.
Η τύχη μας το έφερε να έχουμε τη Χρυσίδα —
έτσι τη λένε τη Σαμιώτισσα. [Αυτή ανέλαβε
να το φροντίζει, για να μη μάθει ο κόσμος
ποια είναι η μητέρα του.]

[…]

(ΠΑΡΜΕΝΩΝ-ΧΡΥΣΙΣ-ΜΟΣΧΙΩΝ)

ΠΑΡ. Δεν ακούς; Τον είδα.
ΜΟΣ. Και τον γείτονα;
ΠΑΡ. Είναι εδώ.
ΜΟΣ. Καλώς ήρθανε.
ΠΑΡ. Κοίταζε να φανείς γενναίος
και να του κάνεις αμέσως λόγο
για τον γάμο.
ΜΟΣ. Με ποιό τρόπο; Τώρα δειλιάζω,
όσο η ώρα πλησιάζει να μιλήσω.
ΠΑΡ. Τί εννοείς;
ΜΟΣ. Ντρέπομαι τον πατέρα.
ΠΑΡ. Και την κοπέλα
που αδίκησες και τη μητέρα της;
Αλλά συ τρέμεις, άνανδρε.
ΧΡΥ. Τί φωνάζεις, καημένε;
ΠΑΡ. Εδώ είναι κι η Χρυσίς.
Ρωτάς κι εσύ γιατί φωνάζω;
Αστείο. Θέλω να γίνει πια ο γάμος,
να πάψει αυτός εδώ να κλαίει μπροστά
σ᾽ αυτή την πόρτα,
να μη ξεχνά τους όρκους του,
να πάει μέσα να κάνει τη θυσία στεφανωμένος,
να κοπανίσει το σουσάμι.
Εγώ δεν έχω, λες εσύ,
λόγους αρκετούς να βάλω τις φωνές;
ΜΟΣ. Όλα θα τα κάνω.
Τί χρειάζεται να μου τα λες;
ΧΡΥ. Εγώ το πιστεύω.
ΠΑΡ. Το παιδί το αφήνουμε έτσι,
όπως είναι, να το φροντίζει αυτή και να λέει
ότι το γέννησε η ίδια;
ΧΡΥ. Ναι. Γιατί όχι;
ΜΟΣ. Ο πατέρας θα θυμώσει.
ΧΡΥ. Ε, και; Μετά θα του περάσει.
Είναι κι αυτός, χρυσέ μου, βαριά ερωτευμένος,
όχι λιγότερο από σένα. Αυτό οδηγεί σε γρήγορη
συμφιλίωση και τον πιο θυμωμένο.
Πάντως εγώ όλα δέχομαι να τα υπομείνω
παρά να δώσουμε το παιδί
σε μια παραμάνα, σε σπίτι φτωχικό.

[…]

ΜΟΣ. . . . Είμαι ο πιο δυστυχισμένος απ᾽ όλους.
Δεν πάω να κρεμαστώ αμέσως;
Εδώ χρειάζεται ρητορική. Αλλά εμένα σίγουρα
θα μου κοπεί η λαλιά, όταν ανοίξω αυτό το θέμα.
Θα πάω σε μια ερημιά να εξασκηθώ.
Με περιμένει πολύ δύσκολος αγώνας.