Έρμαν Έσσε

ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ

Ο Σιντάρτα θα ταξιδέψει με το φίλο του Γκοντίβα και θα βιώσει την πλήρη έλλειψη υλικών αναγκών και φιλοδοξίας, θα δει τους ανθρώπους σαν έρμαια των επιθυμιών τους, θα συναντήσει σοφούς ανθρώπους από τους οποίους πολλά θα διδαχτεί και πολλά θα απορριψει, σε αυτή την εκπληκιτκή πορεία αναζήτησης του εαυτού του και της βαθύτερης αλήθειας της ζωής.

Έρμαν Έσσε

ΣΙΝΤΑΡΤΑ

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ

«Είμαστε λοιπόν στο σωστό δρόμο, Γκοβίντα; Αποκτάμε γνώση; Πλησιάζουμε τη σωτηρία; Ή μήπως διαγράφουμε κύκλους - εμείς που πιστεύουμε ότι θα ξεφύγουμε απ' τον κύκλο της ζωής;" Ο Γκοβίντα είπε - Πολλά μάθαμε, Σιντάρτα, πολλά μένουν να μάθουμε. Δεν διαγράφουμε κύκλους, πηγαίνουμε προς τα πάνω, ο κύκλος είναι ένας έλικας, ανεβήκαμε κιόλας μερικά σκαλιά".

[...]
«Τώρα μόνο καταλάβαινε ο Σιντάρτα γιατί είχε παλέψει τόσο μάταια με το Εγώ του όταν ήταν βραχμάνος, όταν ήταν ασκητής. Τον είχε εμποδίσει η υπερβολική γνώση, οι πολλοί ιεροί στόχοι, οι πολλοί κανόνες των θυσιών, οι υπερβολικές ταλαιπωρίες, οι πάμπολλες πράξεις και προσπάθειες! Ήταν γεμάτος υπεροψία, ήταν πάντα ο πιο έξυπνος, ο πιο δραστήριος, ένα βήμα πιο μπροστά απ' όλους τους άλλους, πάντα παντογνώστης, πάντα πνευματώδης, πάντα ιερέας ή σοφός. Σ' αυτή την ιεραρχία, σ' αυτή την υπεροψία, σ' αυτή την πνευματικότητα είχε τρυπώσει το Εγώ του, εκεί καθόταν σταθερά και μεγάλωνε, ενώ εκείνος νόμιζε πως το σκοτώνει με νηστείες και ασκήσεις.»

[...]
Όταν κάποιος ζητάει, είπε ο Σιντάρτα, συμβαίνει συχνά να μη βλέπουν ταμάτια του παρά μόνο το πράγμα που ζητάει, συμβαίνει να μην είναιικανός να βρει τίποτα, να αφεθεί σε τίποτα, επειδή σκέφτεται πάντα μόνοαυτό που ζητάει, επειδή έχει ένα σκοπό, επειδή κατέχεται από το σκοπό.Ζητάω θα πει, έχω ένα σκοπό.Βρίσκω όμως σημαίνει, είμαι ελεύθερος, στέκομαι ανοιχτός, δεν έχωκανένα σκοπό. Εσύ σεβάσμιε είσαι κατά πάσα πιθανότητα πραγματικάένας αναζητητής, αφού, επιδιώκοντας το σκοπό σου, δεν βλέπεις μερικάπράγματα που είναι μπρος στα μάτια σου.

Τώρα έβλεπε τους ανθρώπους διαφορετικά απ' ότι άλλοτε, λιγότεροέξυπνα, λιγότερο περήφανα, μα πιο ζεστά, πιο περίεργα, πιοσυμπαθητικά. Όταν περνούσε από το ποτάμι ανθρώπους,ανθρώπους-παιδιά, εμπόρους, πολεμιστές, γυναίκες δεν τους ένιωθε πιαξένους όπως άλλοτε : τους καταλάβαινε, τους καταλάβαινε καισυμμεριζόταν τη ζωή τους, που δεν την κυβερνούσαν σκέψεις και ιδέες,αλλά μόνον ορμές και επιθυμίες, ένιωθε όπως εκείνοι. Παρόλο που ήτανκοντά στην τελειότητα και άντεχε την τελευταία του πληγή, του φαινότανπως αυτοί οι άνθρωποι-παιδιά ήταν αδέλφια του, η ματαιοδοξία, ηαπληστία και η γελοιότητά τους έχαναν για εκείνον κάθε κωμικότητα,γίνονταν κατανοητές, γίνονταν αξιαγάπητες, γίνονταν για κείνον ακόμακαι άξιες σεβασμού.

Η τυφλή αγάπη της μητέρας για το παιδί της, ηκουτή τυφλή περηφάνια ενός φαντασμένου πατέρα για το μοναδικό τουγιόκα, η τυφλή, άγριαεπιδίωξη μιας νεαρής, φιλάρεσκης γυναίκας γιαστολίδια και θαυμαστικά αντρικά μάτια, όλα αυτά τα παιδιαρίσματα, όλες αυτές οι απλές, ανόητες αλλά απίστευτα ισχυρές, απέραντα ζωντανές, οιπαθιασμένες ορμές και απληστίες δεν ήταν τώρα πια παιδιάστικες για τονΣιντάρτα.

Έβλεπε τους ανθρώπους να ζουν γι' αυτές, τους έβλεπε νακατορθώνουν απίστευτα επιτεύγματα χάρη σ' αυτές, να κάνουν ταξίδια,να διεξάγουν πολέμους, να υποφέρουν απέραντα, να υπομένουναπέραντα, και τους αγαπούσε γι' αυτό. Έβλεπε τη ζωή, το ζωντανό, τοακατάστρεπτο, τον Βράχμαν μέσα σ' όλες τις οδύνες τους, μέσα σ' όλες τιςπράξεις τους. Αυτοί οι άνθρωποι ήταν άξιοι αγάπης και θαυμασμού στηντυφλή τους πίστη, στην τυφλή τους δύναμη και στην καρτερικότητά τους.Τίποτα δεν τους έλειπε τίποτα περισσότερο απ' αυτούς δεν είχε ο σοφόςκαι ο στοχαστής, εκτός από μια μικρή λεπτομέρεια, ένα μοναδικό ελάχιστοπράγμα : τη συνειδητή γνώση της ενότητας κάθε ζωής.