Έρμαν Έσσε

ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ

Στον Λύκο της Στέπας ο άνθρωπος εμφανίζεται με δύο φύσεις, μια ανθρώπινη και μια λυκίσια, οι οποίες όχι μόνο δεν συμπορεύονται αλλά βρίσκονται και σε θανάσιμη έχθρα.

Έρμαν Έσσε

Ο ΛΥΚΟΣ ΤΗΣ ΣΤΕΠΑΣ

Το βλέμμα ήταν περισσότερο θλιμμένο παρά ειρωνικό. Ήταν χαώδες καιαπελπιστικά λυπημένο. Το περιεχόμενο του ήταν κατά κάποιο τρόπο μίαήρεμη και σίγουρη απελπισία που είχε αποκτήσει μία συνηθισμένημορφή. Με την απελπισμένη λάμψη του φώτιζε όχι μόνο το πρόσωπο τουματαιόδοξου ομιλητή ούτε ειρωνευόταν και καταδίκαζε μόνο τηνκατάσταση της στιγμής, την προσδοκία και την διάθεση του κοινού, τονκάπως προκλητικό τίτλο της ομιλίας, αλλά και το βλέμμα εκείνο τουΛύκου της Στέπας διαπερνούσε ολόκληρη την εποχή μας, όλα τα περίεργακαι φανταχτερά καμώματα μας, όλες τις προσπάθειες, ολόκληρη τηνματαιοδοξία, ολόκληρο το επιφανειακό παιχνίδι μια φαντασμένης καιρηχής πραγματικότητας.

Και δυστυχώς, το βλέμμα εκείνο προχωρούσε πιο βαθιά, πήγαινε πιομακριά και όχι μόνο στα ελαττώματα και τον απελπισμό του καιρού μας,της πνευματικότητας και του πολιτισμού μας. Πήγαινε ως το βάθος τηςκαρδιάς ολόκληρης της ανθρωπότητας, μιλούσε πειστικά και φανέρωνεσε μία μόνη στιγμή ολόκληρη την αμφιβολία ενός στοχαστή ίσως ενόςειδικού γνώστη της αξιοπρέπειας και του νοήματος της ανθρώπινης ζωήςγενικά.

Το βλέμμα του έλεγε: Κοίταξε τι πίθηκοι είμαστε ! Κοίταξε τι ειναι οάνθρωπος ! Έτσι η δόξα, η εξυπνάδα, τα προτερήματα του πνεύματος,όλοι οι δρόμοι προς την ανύψωση, μεγαλεία και ανθρώπινος χρόνοςγινόταν ένα παιχνίδι πιθήκων! Στο διάστημα εκείνο διαρκώς σκεφτόμουνπως η αρρώστια του δεν προερχόταν από κανένα φυσικό ελάττωμα, αλλάαντίθετα από τον πλούσιο και προικισμένο εσωτερικό του κόσμο που δενεναρμονιζόταν προς το εξωτερικό περιβάλλον. Κατάλαβα πως ήταν μίαμεγαλοφυΐα του πάθους. Είχε σύμφωνα με μερικές σοφές παρατηρήσειςτου Νίτσε, μέσα του μία μεγαλοφυή, απεριόριστη και φοβερή ικανότηταγια τον πόνο.

Συνάμα συνειδητοποίησα πως η βάση της απαισιοδοξίας του δεν ήταν ηπεριφρονητική στάση του προς τον κόσμο, αλλά ηαυτοπεριφρόνηση.Γιατί ενώ μιλούσε αμείλιχτα και επιθετικά για θεσμούς και πρόσωπα,πάντοτε τα πρώτα βέλη τα έριχνε εναντίον του εαυτού του. Μισούσε καιαρνιόταν πρώτο τον εαυτό του.

Ολόκληρη λοιπόν η μεγαλοφυΐα της φαντασίας του και η δύναμη τουστοχασμού του επί χρόνια κατευθύνονταν εναντίον του εαυτού του,εναντίον μιας αθώας και ευγενικής ύπαρξης. Έτσι θα μπορούσαμε ναπούμε, πως ολοένα και γινόταν σε μεγαλύτερο βαθμό χριστιανός καιμάρτυρας, γιατί κάθε οξύτητα, κάθε κριτική, κάθε μοχθηρία κάθε μίσος,για το οποίο ήταν ικανός και όλα αυτά, προπαντός άλλου και καταρχήν,τα φόρτωνε στον εαυτό του. Το «αγαπάτε αλλήλους» είχε τόσο πολύενσωματωθεί μέσα του, όσο και η δύναμη της αυτοπεριφρόνησης.

[……]
Για να ζήσεις με ένταση, πρέπει να θυσιάσεις το Εγώ σου. Ο αστός όμωςδεν εκτιμά τίποτα περισσότερο από το Εγώ του (ένα Εγώ στοιχειωδώςανεπτυγμένο). Με την θυσία της έντασης λοιπόν πετυχαίνει τηνσυντήρηση και την σιγουριά κι αντί της θεϊκής κυριαρχίας κερδίζει τηνήσυχη συνείδηση αντί της ηδονής, την βολή του αντί της ελευθερίας, τηνάνεση αντί της θανάσιμης πυράς την ευχάριστη θερμοκρασία. Γι’ αυτό οαστός, εξαιτίας της φύσης του, είναι ένα πλάσμα φοβισμένο κι έντρομογια κάθε αποκάλυψη του εαυτού του. Γι’ αυτό και τοποθέτησε τηνπλειοψηφία στην θέση της δύναμης, το νόμο στην θέση της βίας και τηνδιαδικασία της ψηφοφορίας στην θέση της ευθύνης…

Ο Λύκος της Στέπας υποψιάζεται πως η ανθρώπινη ύπαρξη δεν είναι κάτιτο παγιωμένο, αλλά μια απαίτηση του πνεύματος, ένα μακρινό, ποθητόμα και φοβερό ενδεχόμενο και πως ο δρόμος για τον«άνθρωπο» έχει διανυθεί (ένα κομμάτι του μόνο), ακριβώς από εκείνουςτους ελάχιστους, που σήμερα τους στήνουν ικριώματα κι αύριο μνημείαγια να τους τιμήσουν. Αυτό όμως που, σ’ αντίθεση με τον«λύκο», αποτελεί «άνθρωπο», δεν είναι παρά ο μετριοπαθής άνθρωποςτου αστικού συμβιβασμού. Ο Χάρρυ βέβαια μπορεί να υποψιάζεται τοδρόμο για τον αληθινό άνθρωπο, το δρόμο για την αθανασία, κι ίσως ναέχει διανύσει διστακτικά ένα κομμάτι του, πληρώνοντάς το με ισχυρούςπόνους κι οδυνηρή απομόνωση, όμως φοβάται από τα τρίσβαθα τηςψυχής του ν’ αποδεχτεί και να επιζητήσει εκείνη την υψηλή, την γνήσιααπαίτηση του πνεύματος, τον εξανθρωπισμό, το μοναδικό στενό δρόμοπρος την αθανασία.

Και δεν έχει κι άδικο, γιατί αυτό θα του προκαλούσεακόμα μεγαλύτερους πόνους, θα τον οδηγούσε στον αφανισμό, στηντελευταία παραίτηση, μπορεί και στο ικρίωμα, κι αν τον δελεάζει ηαθανασία, που θα έβρισκε στο τέλος αυτού του δρόμου, δεν είναιπρόθυμος να υποφέρει όλους αυτούς τους πόνους, να πεθάνει όλουςαυτούς τους θανάτους για να την κατακτήσει. Παρόλο που έχεισυνειδητοποιήσει, περισσότερο από έναν αστό, το σκοπό αυτού τουεξανθρωπισμού, κλείνει τα μάτια και δεν θέλει να ξέρει πως ηαπελπισμένη προσκόλληση στο Εγώ, η απελπισμένη επιθυμία του να μηνπεθάνει, είναι ο πιο σίγουρος δρόμος για τον αιώνιο θάνατο, ενώ ηεπιλογή του θανάτου, το ξεγύμνωμα από το περίβλημα της εμπειρίας κι ηαιώνια προσφορά του Εγώ, οδηγούν στην αθανασία.

Η αρχή των πραγμάτων δεν είναι ούτε η αθωότητα, ούτε η απλότητα κιόλα τα δημιουργήματα, ακόμα και τα φαινομενικά απλούστερα, είναι ήδηένοχα, είναι ήδη πολύπλοκα, είναι πεταγμένα στο βρώμικο ρεύμα τουγίγνεσθαι και δεν μπορούν ποτέ, μα ποτέ πια να κολυμπήσουν ενάντιαστο ρεύμα αυτό. Ο δρόμος για την αθωότητα, για το αδημιούργητο, για τοΘεό, δεν οδηγεί προς τα πίσω, αλλά προς τα μπροστά, όχι προς το λύκο(την φύση) ή προς το παιδί, αλλά πιο κοντά προς την αμαρτία, πιο βαθιάπρος τον εξανθρωπισμό. Ακόμα κι η αυτοκτονία, φτωχέ μου Λύκε τηςΣτέπας, δεν θα σ’ ωφελούσε. Θα πρέπει ν’ ακολουθήσεις το μακρύτερο,τον κουραστικότερο και τον δυσκολότερο δρόμο, τον δρόμο τουεξανθρωπισμού, θα πρέπει να πολλαπλασιάσεις την διπλή του φύση, θαπρέπει να κάνεις ακόμα πιο πολύπλοκη την πολυπλοκότητά σου. Θαπρέπει, αντί να στενέψεις τον κόσμο σου και ν’ απλουστέψεις την ψυχήσου, να τον διευρύνεις και θα πρέπει τελικά να δεχτείς στην πονεμένη,διευρυμένη σου ψυχή ολόκληρο τον κόσμο για να φτάσεις ίσως κάποτεστο τέλος, στην ηρεμία. Αυτόν τον δρόμο ακολούθησε κι ο Βούδας καικάθε μεγάλος άνθρωπος, άλλος συνειδητά κι άλλος ασυνείδητα, όσοεπέτρεπε τον καθένα η τόλμη του. Κάθε γέννηση σημαίνει κι ένανχωρισμό απ’ το σύμπαν, μια οριοθέτηση, έναν αποχωρισμό απ’ τον Θεόκαι μια οδυνηρή αναγέννηση. Η επιστροφή στο σύμπαν, η κατάργηση τηςοδυνηρής εξατομικεύσεως, η θεοποίηση επιτυγχάνεται μόνο ότανδιευρύνεις τόσο την ψυχή σου, που να μπορέσεις ν’ αγκαλιάσεις ξανά τοσύμπαν.