,
Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε

ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ

Πρόκειται για ένα επιστολογραφικό λυρικό μυθιστόρημα. Σ’ ένα από τα ταξίδια του, ο ήρωας γνωρίζει την Λόττε και την ερωτεύεται χωρίς όρια. Καθώς η Λόττε είναι αρραβωνιασμένη με τον Άλμπερτ, ο Βέρθερος αναπτύσσει μια δυνατή φιλία και με τους δυο. Ο έρωτάς του όμως για τη Λόττε, μέρα με τη μέρα δυναμώνει και όταν εκείνη τον αρνείται, ο Βέρθερος μεταμορφώνεται σ’ ένα σκοτεινό πλάσμα γεμάτο νοσταλγία και ζήλια. Πληγωμένος φεύγει μακριά πια από την εξιδανικευμένη εικόνα της αγαπημένης του και ύστερα από μια σειρά γεγονότων που θα επιδεινώσουν την κατάστασή του, καταφεύγει στην αυτοκτονία για να ξεφύγει από τον πόνο και την αγωνία της πραγματικότητας.

Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε

Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου

αποσπάσματα από
μτφ. Στέλλα Νικολούδη,
Εκδόσεις Άγρα, Αθήνα 1994

16 Ιουλίου
Αχ! Τι είναι αυτό που νοιώθω να διατρέχει τις φλέβες μου, όταν το δάχτυλό μου αγγίζει τυχαία το δικό της, όταν τα πόδια μας συναντηθούν τυχαία κάτω από το τραπέζι! Τραβιέμαι πίσω σαν να ‘χω αγγίξει φωτιά και μια μυστική δύναμη με τραβάει πάλι μπροστά, ένας ίλιγγος καταλαμβάνει τις αισθήσεις μου. – Ω, και η αθωότητά της, η αγνότητα της ψυχής της δεν νοιώθει πόσο με βασανίζουν αυτές οι μικρές οικειότητες. Όταν, καθώς μιλάμε, ακουμπάει το χέρι της πάνω στο δικό μου, και πάνω στο άναμμα της συζήτησης με πλησιάζει έτσι που η ουράνια ανάσα της φτάνει στα χείλη μου… νομίζω πως βυθίζομαι σαν να μ’ έχει χτυπήσει κεραυνός. – Και, Βιλέλμ, αυτόν τον ουρανό, αυτήν την εμπιστοσύνη, αν ποτέ τολμήσω να… Με καταλαβαίνεις. Όχι, η καρδιά μου δεν είναι τόσο διεφθαρμένη! Αλλά αδύνατη, πολύ αδύνατη! Και μήπως αυτό δεν είναι διαφθορά;

Είναι για μένα ιερή. Κάθε πόθος σωπαίνει ενώπιών της. Δεν ξέρω τι μου συμβαίνει όταν είμαι κοντά της νιώθω την ψυχή μου να πάλετε σε όλα μου τα νεύρα. Έχει μια μελωδία που την παίζει στο πιάνο με αγγελική δύναμη, τόσο απλά και με τόση ψυχή! Είναι το αγαπημένο της τραγούδι και το νιώθω να με ξαλαφρώνει από κάθε πόνο, κάθε σύγχυση και κάθε μαύρη σκέψη ακόμα όταν την ακούω να παίζει έστω και την πρώτη νότα. Τίποτα απ’ όσα έλεγαν οι αρχαίοι για τη μαγική δύναμη της μουσικής δεν μου φαίνεται τώρα απίθανο. Τι δύναμη ασκεί επάνω του αυτή η μελωδία! Και πως εκείνη ξέρει να την παίζει στην κατάλληλη στιγμή, συχνά τη στιγμή που θα ‘θελα να φυτέψω μια σφαίρα στο κεφάλι μου! Η σύγχυση και το σκοτάδι της ψυχής μου διαλύονται και αρχίζω ν’ αναπνέω πάλι πιο ελεύθερα.

18 Αυγούστου
Γιατί άραγε αυτό που κάνει την ευτυχία του ανθρώπου να πρέπει να γίνεται και η πηγή της δυστυχίας του; Αυτό το θερμό αίσθημα της πληρότητας που γεννούσε στην καρδιά μου η ζωντάνια της φύσης, το οποίο με πλημύριζε με τέτοια ηδονή, και το οποίο έκανε τον κόσμο γύρω μου παράδεισο, γίνεται τώρα για μένα ένας ανυπόφορος δήμιος, ένα διωκτικό πνεύμα που με κατατρέχει όπου και αν πάω. Άλλοτε, όταν ψιλά από τον βράχο, αγκάλιαζα με το βλέμμα μου τη γόνιμη κοιλάδα που φτάνει πέρα από το ποτάμι μέχρι τους μακρινούς λόφους και έβλεπα τα πάντα γύρω μου να φυτρώνουν και να αναβλύζουν, όταν έβλεπα τα βουνά τα σκεπασμένα από τη ρίζα ως την κορφή με ψιλά, πυκνόφυλλα δέντρα, εκείνες τις κοιλάδες με τα άπειρα μονοπάτια που τα σκίαζαν τα πιο χαριτωμένα δάση, ενώ το ποτάμι κυλούσε απαλό ανάμεσα στα καλάμια που ψιθύριζαν και καθρέφτιζε τα θελκτικά σύννεφα που η ανάλαφρη βραδινή αύρα λίκνιζε στον ουρανό• όταν μετά άκουγα ολόγυρα μου τα πουλιά να ζωντανεύουν το δάσος, και τα χιλιάδες σύννεφα από μυγάκια χόρευαν εύθυμα στην τελευταία κατακόκκινη αχτίδα του ήλιου, που το τελευταίο σκαρτάρισμα του βλέμματος του έκανε το σκαραβαίο να εγκαταλείπει τη φυλακή του μέσα στο χορτάρι• όταν η κίνηση και το βουητό γύρω μου τραβούσαν την προσοχή μου στο έδαφος και στα βρύα που αποσπούν τη τροφή τους από τον σκληρό βράχο μου, και όταν τα χαμόκλαδα που φυτρώνουν στην ξερή πλαγιά του αμμουδερού λόφου μου αποκάλυπταν τη διάπυρη, εσώτερη, ιερή ζωή της φύσης, τότε πως τα έκλεινα όλα αυτά μέσα στη θέρμη της καρδιάς μου! Μέσα σ’ αυτή την υπερεκχειλίζουσα πληροφορία ένοιωθα σαν θεός και οι θαυμαστές μορφές του άπειρου κόσμου κινούνται και ζωντανεύουν τα πάντα μέσα στην ψυχή μου. Τεράστια βουνά με τριγύριζαν, γκρεμοί έχαιναν μπροστά μου και χείμαρροι κατέβαιναν ορμητικοί, τα ποτάμια κυλούσαν κάτω από τα πόδια μου, το δάσος και τα όρη αντηχούσαν• κι εγώ έβλεπα να δρουν και να ενεργούν δημιουργικά στα βάθη της γης όλες αυτές οι ανεξιχνίαστες δυνάμεις ενώ πάνω στη γη και κάτω από τον ουρανό έβλεπα να μυρμηγκιάζουν όλων των ειδών τα πλάσματα. Όλα, όλα είναι κατοικημένα από χιλίων λογιών διαφορετικές μορφές κι ύστερα έρχονται οι άνθρωποι και ασφαλίζονται στα σπίτια τους και φωλιάζουν εκεί και φαντάζονται με το μυαλό τους ότι εξουσιάζουν τον απέραντο κόσμο! Φτωχέ ανόητε που τα νομίζεις όλα τόσο μικρά, γιατί εσύ είσαι τόσο μικρός. – Από τα απρόσιτα όρη, περνώντας από την απάτητη έρημο μέχρι τα πέρατα του άγνωστου ωκεανού το πνεύμα εκείνου που δημιουργεί αιώνια, πνέει και χαίρεται με κάθε κόκκο σκόνης που το αισθάνεται και ζει. Αχ πόσες φορές τότε δεν επιθύμησα, με τα φτερά του γερανού, που πετούσε από πάνω μου, να φτάσω στην όχθη της απροσμέτρητης θάλασσας, να πιω από το αφρισμένο κύπελλο του άπειρου εκείνη τη χαρά της ζωής που ξεχειλίζει και να νοιώσω μόνο για μια στιγμή μέσα στην περιορισμένη δύναμη του στήθους μου μια σταγόνα από τη μακαριότητα του όντος που δημιουργεί τα πάντα εντός του και διάμεσο του εαυτού του.

Αδελφέ μου, και μόνο η ανάμνηση αυτών των στιγμών αρκεί για να μου κάνει καλό. Η ίδια η προσπάθεια να ανακαλέσω και να ξαναεκφράσω αυτά τα άφατα συναισθήματα ανυψώνει την ψυχή μου πάνω από τον εαυτό της και με κάνει να νοιώθω δίπλα την αγωνία της κατάστασης στην οποία είμαι βυθισμένος.
Μπροστά στην ψυχή μου είναι σαν να ‘χει παραμεριστεί ένα παραπέτασμα και βλέπω την σκηνή όπου εκτυλίσσεται η απεραντοσύνη της ζωής να μεταβάλλεται ενοποιών μου στην άβυσσο ενός αιώνια ανοιχτού τάφου. Μπορείς να πεις: Αυτό είναι! Όταν όλα περνούν δίπλα σου; Όταν όλα κυλούν με την ταχύτητα του κεραυνού, όταν σπάνια εξαντλούν ολόκληρη τη δύναμη της ύπαρξής τους και αλίμονο! Παρασύρονται από το ρεύμα, βυθίζονται και τσακίζονται στους βράχους; Δεν υπάρχει στιγμή που να μην σε κατατρώγει, εσένα και τους γύρω σου, στιγμή που να μην γίνεσαι εσύ ο ίδιος αναπόφευκτα καταστροφέας. Ο πιο αθώος περίπατος στοιχίζει σε χιλιάδες φτωχά σκουληκάκια τη ζωή τους. Μια και μόνο πατημασιά συνθλίβει τα κτίσματα που τα μυρμήγκια έφτιαξαν με τόσο κόπο και ρίχνει έναν μικρό κόσμο σ’ έναν ατιμωτικό τάφο. Α! δεν με συγκινούν εμένα οι μεγάλες σπάνιες καταστροφές του κόσμου, αυτές οι πλημμύρες που ρημάζουν τα χωριά σας, οι σεισμοί που καταπίνουν τις πόλεις σας. Εμένα μου τρώει την καρδιά αυτή η διαβρωτική δύναμη που βρίσκεται κριμένη μέσα στο σύνολο της φύσης η οποία δεν έχει φτιάξει κανένα ον που να μην καταστρέφει το διπλανό του, να μην καταστρέφει τον ίδιο του τον εαυτό. Κι έτσι κλυδωνίζομαι μες την αγωνία. Γύρω μου ο ουρανός κι η γη και οι δυνάμεις τους που συμπλέκονται: δεν βλέπω άλλο από ένα τέρας που καταβροχθίζει αέναα και αέναα μηρυκάζει.

14 Δεκεμβρίου
Τι είναι αυτό καλέ μου; Τρομάζω με το εαυτό μου! Δεν είναι η αγάπη μου γι’ αυτήν η ιερότερη, ή καθαρότερη, ή πιο αδελφική αγάπη; Ένοιωσα ποτέ κάποια ένοχη επιθυμία στην ψυχή μου; – Δεν θέλω να ορκιστώ. – Και τώρα όνειρα! Ω πόσο δίκιο είχαν οι άνθρωποι που απέδιδαν τόσο αντιφατικές επιδράσεις σε άγνωστες δυνάμεις! Τούτη τη νύχτα! Τρέμω που το λέω, την κρατούσα στην αγκαλιά μου, την έσφιγγα στο στήθος μου, και σκέπαζα το στόμα της, που ψέλλιζε λόγια αγάπης, με ατελείωτα φιλιά• το βλέμμα μου κολυμπούσε μέσα στη μέθη του δικού της! Θεέ μου! Είμαι ένοχος που ακόμη και τώρα νιώθω ευτυχία καθώς ανακαλώ από τα βάθη της καρδίας μου αυτές τις φλογερές χαρές; Λόττε! Λόττε! Και έχουν τελειώσει όλα για μένα! Οι αισθήσεις μου ταράζονται, πάνε οχτώ μέρες που δεν έχω τη δύναμη να σκεφτώ, τα μάτια μου είναι γεμάτα δάκρια. Δεν είμαι καλά πουθενά και είμαι καλά παντού. Δεν επιθυμώ τίποτε, δεν ζητώ τίποτε. Θα ήταν καλύτερα για μένα να φύγω.

Αναδημοσίευση από www.aformi.gr/