Κλοντ Λεβί-Στρος ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ |
---|
Κλοντ Λεβί-ΣτροςΔομική Ανθρωπολογία(Απόσπασμα)Ποτέ καλύτερα, από ότι μετά τους τελευταίους τέσσερις αιώνες της ιστορίας του, θα μπορούσε ένας δυτικός άνθρωπος να καταλάβει ότι παίρνοντας το δικαίωμα να επιβάλει έναν ριζικό διαχωρισμό της ανθρωπότητας από τους άλλους ζωντανούς οργανισμούς, παραχωρώντας δικαιώματα στην μια ομάδα που αρνιέται στην άλλη, ξεκίνησε έναν φαύλο κύκλο. Το ένα όριο, που σπρώχνεται διαρκώς, θα χρησιμοποιηθεί για να χωρίσει τους άνδρες από τους άλλους άνδρες και να διεκδικήσει -προς όφελος ολοένα και μικρότερων μειονοτήτων- το προνόμιο ενός ανθρωπισμού αλλοιωμένου κατά τη γέννηση, καθώς θα θεωρεί το προσωπικό συμφέρον ως βασική αρχή κι ιδέα. Never better than after the last four centuries of his history could a Western man understand that, while assuming the right to impose a radical separation of humanity and animality, while granting to one all that he denied the other, he initiated a vicious circle. The one boundary, constantly pushed back, would be used to separate men from other men and to claim—to the profit of ever smaller minorities—the privilege of a humanism, corrupted at birth by taking self-interest as its principle and its notion. Άγρια σκέψηΓια να μετατραπεί ένα άγριο χόρτο σε καλλιεργήσιμο φυτό, ένα άγριο ζώο σε κατοικίδιο, και για να καταλήξει να εμφανιστούν και στο πρώτο και στο δεύτερο ιδιότητες πού σχετίζονται μέ την τροφή ή την τεχνολογία, οι όποιες στην αρχή έλειπαν εντελώς ή μόλις μπορούσε κανείς να τις εποπτευθεί, για να γίνει από την άμορφη άργιλο, πού εύκολα θρύπτεται, κονιορτοποιείται ή κομματιάζεται ένα στέρεο και αδιάβροχο κεραμικό (καί μόνο ύπό την προϋπόθεση ότι έχουν εκ των προτέρων οριστεί και ή καταλληλότερη απολιπασμένη ύλη — πού πρέπει να επιλεγεί ανάμεσα σ’ ένα πλήθος οργανικών και ανόργανων ουσιών — και τό κατάλληλο καύσιμο, όπως επίσης ή θερμοκρασία και ή διάρκεια ψησίματος και ό βαθμός οξείδωσης), για να αναπτυχτούν μορφές τεχνικής, συχνά δύσκολες και περίπλοκες, πού επιτρέπουν την καλλιέργεια χωρίς χώμα ή χωρίς νερό, τη μετατροπή των τοξικών σπόρων ή ριζών σε τρόφιμα, ή ακόμη και τη χρησιμοποίηση αυτής της τοξικότητας για τό κυνήγι, τον πόλεμο ή τη λατρεία, χρειάστηκε, χωρίς αμφιβολία, μια καθαρά επιστημονική αντιμετώπιση, μια άγρυπνη και αδιάλειπτη ερευνητική διάθεση, μια έφεση προς γνώση για τη χαρά της γνώσης, γιατί μόνο ένα μικρό μέρος των παρατηρήσεων και των πειραμάτων (πού πρέπει να θεωρήσουμε πώς εμπνεύστηκαν. καταρχήν και κυρίως, από την όρεξη για γνώση) μπορούσαν να δώσουν πρακτικά και άμεσα χρησιμοποιήσιμα αποτελέσματα.[...] Ό (ιθαγενής) Αranda είναι δεμένος στο πάτριο έδαφος του με κάθε ίνα του σώματός του. Μιλά πάντοτε με αγάπη και σεβασμό για τον τόπο πού γεννήθηκε. και σήμερα, του έρχονται δάκρυα στα μάτια όταν αναφέρεται σε κάποια προγονική τοποθεσία πού ό Λευκός άνθρωπος, μερικές φορές άθελά του, μόλυνε. 'Η αγάπη της πατρίδας, ή νοσταλγία της πατρίδας εμφανίζονται επίσης σταθερά στους μύθους πού αναφέρονται στους τοτεμικούς προγόνους» Αύτη ή παθιασμένη προσκόλλησή του στο χώμα εξηγείται κυρίως μέσα από μια ιστορική προοπτική: «Τα βουνά, τα ρυάκια, οι πηγές και οι βάλτοι δεν αντιπροσωπεύουν γι’ αυτόν [τον ιθαγενή ] απλώς ωραίες ή αξιοπρόσεκτες απόψεις του τοπίου. Καθετί από αυτά αποτελεί έργο ενός από τούς προγόνους από τούς οποίους κατάγεται. στο τοπίο πού τον περιβάλλει διαβάζει την ιστορία των ηρωικών πράξεων και των κατορθωμάτων των αθάνατων όντων πού λατρεύει: όντων πού για μια σύντομη στιγμή μπορούν ακόμη να πάρουν ανθρώπινη μορφή, όντων πολλά από τα όποια του είναι γνωστά από άμεση εμπειρία ως πατέρες, παππούδες, αδελφοί, μητέρες και αδελφές. Ολόκληρος ό τόπος είναι γι’ αυτόν ένα παλιό αλλά πάντοτε ζωντανό γενεαλογικό δέντρο. Κάθε ιθαγενής αντιλαμβάνεται την ιστορία του τοτεμικού προγόνου του σαν μία σχέση των δικών του πράξεων, στην αρχή του χρόνου και στην αυγή της ίδιας της ζωής, όταν ό κόσμος, έτσι όπως τον ξέρουμε σήμερα, ήταν ακόμα σε χέρια παντοδύναμα πού τον έπλαθαν και του έδιναν μορφή. [...] Κάθε εθνολόγος δεν μπορεί παρά να εκπλαγεί βλέποντας τον κοινό τρόπο με τον όποιο, σ’ ολόκληρο τον κόσμο, οι πιο διαφορετικές κοινωνίες εννοιοποιούν τις τελετές της μύησης. Τόσο στην Αφρική, την Αμερική, την Αυστραλία δσο και στη Μελανησία οι τελετές αυτές αναπαράγουν το ίδιο σχήμα: στην αρχή οι νεόφυτοι παίρνονται από τις οικογένειες τους, «σκοτώνονται» συμβολικά και κρατιούνται κρυμμένοι στο δάσος ή στις λόχμες, όπου υποβάλλονται σε δοκιμασίες του υπερπέραν, ύστερα «ξαναγέννιουνται» ως μέλη της κοινωνίας. "Όταν επιστρέφονται στους φυσικούς γονείς τους, αυτοί προσποιούνται όλες τις φάσεις ενός καινούριου τοκετού και μετά αρχίζουν να τούς ξαναμαθαίνουν μέχρι και τις στοιχειώδεις χειρονομίες του φαγητού και του ντυσίματος. Θα ήταν δελεαστικό να ερμηνευτεί αυτό το σύνολο των φαινομένων ως μία απόδειξη ότι, στο στάδιο αυτό, ή σκέψη ολόκληρη βυθίζεται στην πράξη. Αλλά αυτό θά σήμαινε ότι βλέπει κανείς τα πράγματα από την ανάποδη, εφόσον είναι, αντίθετα, ή επιστημονική πράξη ή οποία σε μάς άδειασε τις έννοιες του θανάτου και της γέννησης από κάθε τι που δεν θα ανταποκρινόταν σε απλές φυσιολογικές διαδικασίες, καθιστώντας τες έτσι ακατάλληλες να μεταφέρουν άλλες σημασίες. Στις κοινωνίες με τελετές μύησης, ή γέννηση και ό θάνατος προσφέρουν το υλικό μιας αναγωγής ( σε έννοιες) πλούσιας και ποικίλης, στο βαθμό πού μια επιστημονική γνώση στραμμένη προς την πρακτική απόδοση — πού τούς λείπει — δεν απογύμνωσε αυτές τις έννοιες (όπως και τόσες άλλες) από το μεγαλύτερο μέρος μιας έννοιας πού υπερβαίνει τη διάκριση πραγματικού και φανταστικοί: νόημα πλήρες, πού εμείς τό μόνο πού μπορούμε πια να κάνουμε είναι να ανακαλούμε το φάντασμά του στην περιορισμένη σκηνή των εικονικής γλώσσας. Αυτό πού σε μάς φαίνεται ως «βύθισμα» είναι το σημάδι μιας σκέψης πού παίρνει απλώς στα σοβαρά τις λέξεις πού μεταχειρίζεται ενώ, σε ανάλογες περιπτώσεις, για μάς δεν πρόκειται παρά για «λογοπαίγνια». |