ΖΑΝ ΚΟΚΤΩ

ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ


ΖΑΝ ΚΟΚΤΩ
Επιλεγμένα ποιήματα

Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΡΥΘΜΟΣ (1949)

Θα πιώ ούζο κάτω από την κληματαριά μιας ταβέρνας.
Διέκρινα, πολύ μακριά, στην άκρη μια αταξίας
με στέγες πλυμένες από το φεγγάρι,
Τον Παρθενώνα σε σκεφτικό κουκουβάγιας ύπνο.
Καταπλήξαμε τους Θεούς στη θάλασσα του Αιγαίου
Τα νησιά ανοίγουν τα πόδια τους στις ουτοπίες
Μπορεί η Ελλάδα να έχει γεράσει
Δεν θα το λέγαμε πετώντας πάνω από την θάλασσα.
Την βλέπουμε καμωμένη από εφηβικά κορμιά, μ’ έντονο
Ροζ χρώμα, με μέλη ανάκατα και βελουδένιο χνούδι.
Δεν ξέρω αν είναι μάχη ή κάτι άλλο
Αυτά τα κορμιά κοιμούνται μετά τον έρωτα.
Ιδού τι αφήνει να εννοήσουμε η θέα των νησιών,
Από ψηλά, (αυτό που φτάνει μέχρι εμάς)
Ένα τριχωτό σύστημα που ποτέ δεν μαδάμε,
Μια αταξία από πλάτες, ώμους, γόνατα.
Πότε πότε κάποια κοιμωμένη τεντώνοντας το πόδι
Ή ένας κοιμώμενος το χέρι, δαντελώνουν του νησιού την άκρη
Είναι φανερό πως αυτά τα μπλεγμένα κορμιά
Δεν είναι πολεμιστές μπερδεμένοι μες στο θάνατο
Όχι. Αυτό δεν μοιάζει με τίποτε άλλο που μπορεί
να ειπωθεί αλλιώς από αυτό που σας λέω.
Ένα σύμπλεγμα μηρών και γοφών,
Ώστε να πιστέψουμε πως κι η αμαρτία έχει τον παράδεισό της
Είναι τουλάχιστον η εικόνα των νησιών κάτω από τα φτερά μας.
Κορμιά με κορμιά κοιμισμένα, αυτά τα αγόρια ποια είναι;
Αυτά τα κορίτσια ποια είναι;
Κανένας. Έτσι είναι φτιαγμένα τα νησιά.
Των θεών άλλωστε συναντήσαμε μια λιτανεία
Που μας έκρυβε το ακατάληπτο μυστικό.
Και τα δικά του κορμιά ήταν μπερδεμένα,
Αλλά με χιόνι κι αλάβαστρο
Μια στρατιά κορμιών αστραφτερών.
Αστραφτερά, ιερά, στο δρόμο για το βουνό
Όπου μάθαμε πως γεύονται γλυκίσματα μελένια
Πίνουν μέλι κι απατούν τις συντρόφους τους
Κι αποκοιμιούνται στους μαιάνδρους των κιονόκρανων
Θεοί και άνθρωποι κατοικούν το ίδιο κτήριο
Και πότε-πότε απαντιούνται στην σκάλα
Είναι η Ελλάδα, Θεοί και Άνθρωποι συνομιλούν
Ή ταξιδεύουν, πιάνοντας λιμάνι στα νησιά.
Όλα τούτα κατευθύνονται από το ραβδωτό μέταλλο
Ενός κράνους. Όλα τούτα κατευθύνονται από το σίδερο
Μιας λόγχης. Κατευθύνονται από μια ταραχώδη
Κυρία, ακίνητη, με την γαλάζια του νερού της θάλασσας ματιά.

ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ (1962)

Επειδή υπάρχω
Σ’ αυτή τη μοναξιά
Όπου η άλλοι τρέμουν την ανυπαρξία
Επειδή ξεχνώ να ζω
Κυνηγημένος από το φόβο του σκανδάλου
Προσπαθώντας να αποφύγω
Ο κάθε καλοπροαίρετος τύπος να αντιληφθεί
Τον αγώνα μου για την ύπαρξη
Δεν τολμώ μήτε να φάω μήτε να πιω
Μήτε να παρακαθίσω στους χορούς τους
Επειδή ζω
Με την σχεδόν άγνωστη στολή
Μιας λεγεώνας των ξέων
Επειδή παίρνω το ύφος
Που δεν είναι ύφος
Επειδή εκστασιάζομαι στις παγίδες μου
Επειδή πιστεύω
Αν θέλουν να δουν τα χαρτιά μου
Πως είμαι τελειωμένος
Δηλαδή κάνοντας δήθεν
Πως είμαι μαζί τους, εγώ ο κλέφτης
Με τις σιωπηλές σόλες
Επειδή τους πληρώνω με το ίδιο νόμισμα
Και παίρνοντας την σκιά των αγγέλων
Για τη σκιά του καμπούρη
Και βαραίνοντας το σκάφανδρο μου
Με έργα όλο και πιο ύποπτα
Στη βάρκα με τους ωραίους κωπηλάτες
Επειδή ακολουθώ τις σκιές
Φαντασμάτων χωρίς κάστρα
Στις έρημες όχθες σου
Δίχως να έχω ζήσει πεθαίνω.
Μετάφραση Δημήτρης Άναλις

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ

Από το «Όπιο»

Η αισθητική της αποτυχίας είναι η μόνη αυθεντική. Εκείνος που δεν κατανοεί τη αποτυχία είναι χαμένος.
Η σπουδαιότητα της αποτυχίας είναι θεμελιώδης. Δε μιλώ για το αντικείμενο της αποτυχίας. Αν δεν έχει συλλάβει κανείς αυτό το μυστικό, αυτή την αισθητική, αυτή την ηθική της αποτυχίας, δεν έχει καταλάβει τίποτα και η δόξα παραμένει κενή.
Εμείς οι ποιητές έχουμε μανία με την αλήθεια. Προσπαθούμε να πούμε με κάθε λεπτομέρεια ό,τι μας συγκλονίζει. «Αρκετά πια με τα προσωπικά σας», είναι ο έπαινος που επισύρει κάθε φορά η ακτινοβολία μας. Μπορεί να φανταστεί την πίστη που εμπνέουν οι έντιμες αναφορές μας για το τι βλέπουμε, από την αξιοθαύμαστη δυσπιστία που διεγείρει στον καθένα η ίδια μας η ακριβολογία για πράγματα καθημερινά.
Ο ποιητής δεν επιζητεί το θαυμασμό· θέλει να τον πιστέψουν.
Η φήμη μου έχει ξεπεράσει το έργο μου. Πρέπει λοιπόν το έργο μου να φτάσει στο ίδιο επίπεδο με τη φήμη του.
Είμαι ο αντίποδας του Βολταίρου! Αυτός είναι όλο σκέψη-διανόηση. Εγώ δεν είμαι τίποτε –«ένας άλλος» μιλάει μέσα μου. Αυτή η δύναμη παίρνει πνευματική μορφή, κι αυτό είναι η τραγωδία- κι ήταν έτσι από την αρχή. Οι καθρέφτες είναι οι πόρτες απ’ όπου πηγαινοέρχεται ο θάνατος. Άλλωστε, δεν έχετε παρά να κοιτάζεστε όλη σας τη ζωή σ’ έναν καθρέφτη και θα δείτε το θάνατο να δουλεύει σαν τις μέλισσες μάσα σε μια γυάλινη κυψέλη».
Το έργο κάθε δημιουργού είναι αυτοβιογραφικό, ακόμη κι αν δεν το ξέρει ή δεν το επιθυμεί, ακόμη κι αν το έργο του είναι «αφηρημένο». Η εκτίμηση της τέχνης είναι μια ηθική στύση· αλλιώτικα, δεν είναι παρά σκέτος ντιλεταντισμός. Πιστεύω ότι η σεξουαλικότητα είναι η βάση της φιλίας.
Επαναλαμβάνω συνεχώς ότι η τέχνη είναι το πάντρεμα του συνειδητού με το υποσυνείδητο.
Τελευταία, άρχισα να σκέφτομαι μήπως η ιδιοφυΐα είναι μια κρυφή μέχρι σήμερα μορφή μνήμης.
Από έναν ολοένα και πιο έντονο ατομικισμό δεν ξεπηδά παρά η μοναξιά. Τώρα δεν αλληλοχωνεύονται όχι μόνο καλλιτέχνες από διαφορετικές ομάδες, αλλά κι εκείνοι που ανήκουν την ίδια αμάδα, άνθρωποι που μοιράζονται την ίδια μοναξιά, το ίδιο κελί, που εκμεταλλεύονται το ίδιο ορυχείο. Κάτι που μεταβάλλει σε εχθρό μας τον μοναδικό άνθρωπο που μπορούσε να μας καταλάβει, και αντιστρόφως.
Δεν θα 'θελα να με κάνουν τσακωτό να γράφω. Πάντοτε σχεδίαζα. Το γράψιμο για μένα είναι ένα ζωγράφισμα, να δένεις τις γραμμές μ' έναν τέτοιο τρόπο, που να σχηματίζουν γραφή, ή να τις λύνεις έτσι ώστε το γράψιμο να μοιάζει με ζωγραφιά.

Από το «Κινηματογράφος και ποίηση»

Ένα έργο τέχνης, από τη στιγμή που έχει αποσπαστεί από μας, αρχίζει να ζει σύμφωνα με τους αναγνώστες του ή τους θεατές του, που το παραμορφώνουν για δική τους χάρη. Κάθε έργο τέχνης έχει τα μυστικά του μέρη, και κάποιος θα μπορούσε να αναρωτηθεί τι είναι καλύτερο, να τα αποκαλύπτουμε ή να τα αφήνουμε έτσι, μυστικά.

Από «Το λευκό βιβλίο»

Η προσέγγιση της Ελλάδας μου προξενεί πάντοτε την ίδια ευχαρίστηση - ένα είδος ευθυμίας. Μου φαίνεται ότι επιστρέφω σπίτι μου. Στη Γαλλία, δυστυχώς, δεν αισθάνομαι πλέον σαν στο σπίτι μου. Όσο περνούν τα χρόνια και ξεμακραίνω από την εποχή που το μυαλό δεν είχε ακόμα αρχίσει να ορίζει τις αισθήσεις, γυρνώντας πίσω βρίσκω αχνάρια του έρωτα που είχα ανέκαθεν για τα αγόρια.
Λάτρευα πάντα το δυνατό και το όμορφο, αυτό που εγώ πιστεύω πως πρέπει να τ' ονομάζουμε ωραιότερο φύλο. Το δυστύχημα μ' εμένα ήταν ότι βρισκόμουν στα χέρια μιας κοινωνίας που αντιμετώπισε το ασυνήθιστο σαν αντικείμενο ντροπής και το καταδίκαζε. Βασανιστικά μας υποχρέωνε ν' αλλάξουμε και να καταπνίξουμε τις ιδιαίτερες κλίσεις μας...

...Ο ομοφυλόφιλος αναγνωρίζει τον ομοφυλόφιλο, όπως ο Εβραίος τον Εβραίο. Τον ανακαλύπτει πίσω από απ' οποιαδήποτε μάσκα, και σας διαβεβαιώνω γι' αυτή μου την ικανότητα να τον ανακαλύπτω ακόμα και ανάμεσα στις γραμμές του πιο αθώου βιβλίου. Τούτο το πάθος είναι πολύ πιο περίπλοκο απ' όσο συνηθίζουν οι ηθικολόγοι να ισχυρίζονται ότι είναι. Γιατί, όπως υπάρχουν γυναίκες ομοφυλόφιλες, γυναίκες με ολοφάνερα τα γνωρίσματα της λεσβίας, που όμως, αφού κάνουν έρωτα με τη δική τους, ψάχνουν να βρουν μετά σαν τρελές κάποιον άντρα, έτσι υπάρχουν και ομοφυλόφιλοι άντρες, που αφού κάνουν έρωτα με τον δικό τους, μετά ψάχνουν να βρουν γυναίκα. Υπάρχουν όμως και ομοφυλόφιλοι άντρες που δεν έχουν ξεκαθαρίσει μέσα τους τι ακριβώς θέλουν, κι έτσι ζουν μια ολόκληρη ζωή μέσα σε ταραχή και ανησυχία. Κι αυτό το αποδίδουν σε μια ντροπαλοσύνη που τους διακρίνει.