![]() |
ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ Εμίλ Σιοράν 1911 έως 1955 (44)
| ||
---|---|---|---|
Εγκόλπιον Ανασκολοπισμού Ο κακός Δημιουργός |
Ο Εμίλ Σιοράν Emil Cioran (1911-1995) είναι Ρουμάνος φιλόσοφος και δοκιμιογράφος ο οποίος δημοσίευσε έργα τόσο στα Ρουμανικά όσο και στα Γαλλικά. Γεννήθηκε στο Βουκουρέστι στις 8 Απριλίου 1911, ο πατέρας του ήταν Ορθόδοξος ιερέας η μητέρα του άθεη. Ξεκίνησε σπουδές φιλοσοφίας στην Ρουμανία και συνέχισε στο Βερολίνο. Εκείνη την εποχή διατύπωσε αντισημιτικές και εθνικιστικές θέσεις, έχουν αποδοθεί από τους μελετητές του έργου του στο κλίμα της εποχής, στο νεαρό της ηλικίας του και την τάση του για την καταστροφή και την εκμηδένιση που ενυπήρχε στον εθνικοσοσιαλισμό και η οποία αποτελούσε βασική πλευρά της ύπαρξης του Σιοράν. Το 1937, και έχοντας ήδη συγγράψει τέσσερα δοκίμια στη μητρική του γλώσσα, στάλθηκε με υποτροφία του Γαλλικού Ινστιτούτου Βουκουρεστίου στο Παρίσι, όπου και παρέμεινε ως το τέλος της ζωής του, (20 Ιουνίου 1995), ζώντας με την σύντροφό του σε μια σοφίτα στην λατινική συνοικία (Καρτιέ Λατέν), τρώγοντας στην φοιτητική λέσχη και περνώντας τα χρόνια του κάνοντας ατέλειωτους περίπατους , διαβάζοντας και γράφοντας. Το έργο του χαρακτηρίζεται από φιλοσοφική απαισιοδοξία και συχνά ασχολείται με θέματα πόνου, αποσύνθεσης και μηδενισμού. Από τα πιο σημαντικά του έργα θεωρούνται: Ο Κακός Δημιουργός, Εγκόλπιο ανασκολοπισμού και Ο πειρασμός του Υπάρχειν. Όπως περιέγραψε ο ίδιος (στο εγκόλπιο ανασκολοπισμού): «Γόνος κάποιας άτυχης φυλής, βαδίζει βιαστικά στα βουλεβάρτα της Δύσης. Λάτρης των διαδοχικών πατρίδων, δεν ελπίζει πια σε καμιά: ασάλευτος μέσα σε ένα άχρονο λυκόφως , πολίτης του κόσμου – και κανενός κόσμου – είναι άπραγος, χωρίς όνομα και δύναμη. Οι λαοί χωρίς μοίρα δεν θα μπορούσαν να ορίσουν μια μοίρα στα παιδιά τους που διψασμένα για άλλους ορίζοντες, κυριεύονται από αυτούς και τους εξαντλούν συνακόλουθα για να καταλήξουν σε φαντάσματα των θαυμασμών και των κοπώσεων τους… Δεν ξέρω πια να πω από πού έρχομαι : μέσα στους ναούς, είμαι χωρίς πίστη. Μέσα στις πόλεις, χωρίς θέρμη, κοντά στους ομοίους μου, χωρίς περιέργεια , πάνω στη γη, χωρίς βεβαιότητες . -Δώστε μου μια καθορισμένη επιθυμία, και θα ανατρέψω τον κόσμο. Ελευθερώστε με από αυτή την ντροπή των πράξεων που κάθε πρωί με κάνει να παίζω την κωμωδία της ανάστασης και κάθε βράδυ την κωμωδία του ενταφιασμού. Στο μεσοδιάστημα, βασανιστήρια μέσα στο σάβανο της ανίας. Ονειρεύομαι μια βούληση –ναι ό,τι βούλομαι μου φαίνεται ανάξιο. Σαν βάνδαλος με το σαράκι της μελαγχολίας , πορεύομαι χωρίς σκοπό , εγώ χωρίς εγώ , κι εγώ δεν ξέρω προς ποια γωνιά … για να ανακαλύψω ένα εγκαταλελειμμένο θεό , έναν άθεο θεό, και να κοιμηθώ στη σκιά των ύστατων αμφιβολιών και των ύστατων θαυμάτων του |