ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ Μαξ Πλανκ 1858 έως 1947 (89)
| |||
|
Ο Μαξ Πλανκ (Max Karl Ernst Ludwig Planck, 1858-1947) ήταν Γερμανός φυσικός, ο πατέρας της Κβαντικής Θεωρίας, βραβευμένος με το Νόμπελ Φυσικής το 1918. Γεννήθηκε στις 23 Απριλίου 1858 στο Κίελο της Γερμανίας σε μια πανεπιστημιακή οικογένεια, ο πατέρας του ήταν καθηγητής νομικής, ο παππούς του καθηγητής θεολογίας. Εκείνος σπούδασε φυσική παρά την αντίθετη γνώμη των δικών του που θεωρούσαν πως «τίποτε ενδιαφέρον δεν έμενε πλέον να ανακαλυφθεί σ’ αυτή την επιστήμη». Ο Πλανκ τους διέψευσε εισάγοντας το 1900 την έννοια του φωτεινού κβάντου και μέσω αυτής την περίφημη σταθερά του Πλανκ επί της οποίας στηρίζεται όλο το κβαντικό οικοδόμημα.
Είχε ξεκινήσει να ασχολείται με τη θερμική ακτινοβολία των σωμάτων από το 1894, όταν οι ηλεκτρικές εταιρείες έδειξαν ενδιαφέρον για λαμπτήρες μέγιστης απόδοσης. Ο Πλανκ πρότεινε τον εμπειρικό τύπο που φέρει το όνομά του το 1899, ενώ λίγο μετά ήρθε η ανακοίνωση για την υπόθεση του φωτεινού κβάντου. Δηλαδή, ότι η ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία –άρα και το φως– δεν έχει τον συνεχή χαρακτήρα που προέβλεπε η κλασική φυσική, αλλά αποτελείται από μικροσκοπικά αδιαίρετα «πακέτα» ενέργειας, τα κβάντα. Αυτά που αποκαλούμε σήμερα φωτόνια. Το κβάντο θα παραμείνει στη φυσική ως μία από τις θεμελιωδέστερες ανακαλύψεις όλων των εποχών και ο Πλανκ θα τιμηθεί γι’ αυτό με το βραβείο Νομπέλ. Ο Πλανκ θα μπορούσε να σταδιοδρομήσει και ως επαγγελματίας μουσικός, καθω΄ς έιχε ταλέντο κι έπαιζε πιάνο, εκκλησιαστικό όργανο και βιολοντσέλο, τραγουδούσε και συνέθετε τραγούδια και όπερες. Παρόλα αυτά, αποφάσισε να σπουδάσει Φυσική και πέρασε την ζωή του κάνοντας έρευνες, δίνοντας ομιλίες, διδάσκοντας και συγγράφοντας. Το 1887 ο Πλανκ παντρεύτηκε την αδελφή ενός συμμαθητή του, απέκτησαν τέσσερα παιδιά, με το σπίτι των Πλανκ να γίνεται κοινωνικό και πολιτιστικό σταυροδρόμι, καθώς αρκετοί γνωστοί επιστήμονες ήταν τακτικοί επισκέπτες, όπως για παράδειγμα ο Άλμπερτ Αϊνστάιν. Μετά από κάποια ευτυχισμένα χρόνια, ο Πλανκ γνώρισε μια σειρά από διαδοχικές απώλειες. Τον Οκτώβριο του 1909 η σύζυγός του απεβίωσε από φυματίωση, κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ο μεγαλύτερος γιος σκοτώθηκε στη Μάχη του Βερντέν, ενώ ο δεύτερος γιος πιάστηκε αιχμάλωτος των Γάλλων το 1914. Θα τον χάσει και αυτόν μετά από αρκετά χρόνια, εκτελεσμένο από το χιτλερικό καθεστώς εξαιτίας της συμμετοχής του στην αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του Χίτλερ τον Ιούλιο 1944. Πολύ νωρίτερα θα χάσει και τις δύο κόρες του, το 1917 την μεγάλη κατά τη γέννα του πρώτου της παιδιού και δύο χρόνια αργότερα την μικρή του κόρη (η οποία είχε παντρευτεί τον χήρο της αδερφής της). Από τα 4 παιδιά του επιβίωσαν δύο εγγονές του Τον Φεβρουάριο του 1944 το σπίτι του στο Βερολίνο καταστράφηκε εντελώς από μία αεροπορική επιδρομή, μαζί και το σύνολο του επιστημονικού του αρχείου και της επιστημονικής του αλληλογραφίας. Πήγε στο εξοχικό του αλλά κι εκεί βρέθηκε σε κίνδυνο, ανάμεσα στα πυρά γερμανών και συμμαχικών δυνάμεων. Εγκατέλειψε το σπίτι και τελικά ανακαλύφθηκε μετά από ημέρες να περιπλανιέται χαμένος στο γειτονικό δάσος σε κακή κατάσταση. Μετά το τέλος του πολέμου, φιλοξενήθηκε από ένα συγγενή του στην πόλη Γκέτινγκεν. Το 1946 ταξίδεψε στο Λονδίνο με αφορμή τα 300 χρόνια από τη γέννηση του Νεύτωνα, ήταν ο μόνος Γερμανός που είχε προσκληθεί. Τον επόμενο χρόνο, στις 4 Οκτωβρίου του 1947, πέθανε από έμφραγμα του μυοκαρδίου. |