ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ

Τζιμ Μόρισον 1943 έως 1971 (28)

Φίλος είναι αυτός που σου παρέχει απόλυτη ελευθερία να είσαι ο εαυτός σου.


ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ

Σύμφωνα με τον ίδιο, ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα στην ζωή του συνέβη το 1949 κατά την διάρκεια μιας οικογενειακής εκδρομής στο Νέο Μεξικό. Όπως το περιέγραψε: “Είναι η πρώτη φορά που ανακάλυψα τον θάνατο καθώς εγώ, η μητέρα μου, ο πατέρας μου, ο παππούς μου και η γιαγιά μου διασχίζαμε την έρημο την αυγή. Ένα φορτηγό γεμάτο Ινδιάνους είχε μάλλον χτυπήσει ένα άλλο αυτοκίνητο ή κάτι τέτοιο, υπήρχαν Ινδιάνοι σκορπισμένοι παντού στην εθνική οδό, αιμορραγώντας μέχρι θανάτου. Ήμουν μικρός τότε, οπότε έπρεπε να μείνω στο αυτοκίνητο όσο ο πατέρας μου και ο παππούς μου βγήκαν να δουν τι γινόταν. Δεν μπορούσα να δω τίποτα. Το μόνο που είδα ήταν παράξενη κόκκινη μπογιά και ανθρώπους πεσμένους ολόγυρα, αλλά ήξερα πως κάτι συνέβαινε, γιατί μπορούσα να νιώσω τις δονήσεις των ανθρώπων γύρω μου, και έτσι ξαφνικά συνειδητοποίησα πως ούτε εκείνοι μπορούσαν να καταλάβουν τι συνέβαινε. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που ένιωσα πραγματικό φόβο… και πιστεύω πως εκείνη τη στιγμή οι ψυχές εκείνων των νεκρών ινδιάνων — ίσως μια ή δυο απ’ αυτές — έτρεχαν έξαλλες εδώ και κει, και μπήκαν στην ψυχή μου, και εγώ ήμουν σαν σφουγγάρι, έτοιμος να κάτσω εκεί και να τις απορροφήσω.” Και οι δύο γονείς του, επανειλημμένα είχαν διαβεβαιώσει πως ποτέ δεν συνέβη αυτό το γεγονός. Το σίγουρο είναι πως ο Τζιμ επηρεάστηκε και το ξαναθυμήθηκε πολλές φορές σε στίχους του όπως: «Ινδιάνοι σκορπισμένοι στον αυτοκινητόδρομο της αυγής αιμορραγούν-Φαντάσματα βρίθουν το εύθραυστο σαν τσόφλι μυαλό του μικρού παιδιού».



Ο Τζιμ Μόρισον (James “Jim” Douglas Morrison) (8 Δεκεμβρίου 1943 – 3 Ιουλίου 1971) ήταν Αμερικανός στιχουργός, τραγουδιστής και ποιητής, ιδρυτικό μέλος του συγκροτήματος Doors. Ο πατέρας του Τζορτζ Μόρισον, ήταν ανώτατος αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού και αργότερα ναύαρχος, σε όλη την διάρκεια του 2ου παγκοσμίου πολέμου βρισκόταν στον Ειρηνικό, η μητέρα του Κλάρα ζούσε με τα πεθερικά της. Μετά τον Τζιμ η οικογένεια απέκτησε δύο ακόμη παιδιά, ένα κορίτσι και ένα αγόρι. Τα μεγάλωσαν με αυταρχικό τρόπο και στρατιωτική πειθαρχία ασκώντας του ψυχολογική βία, με έντονες φωνές, επιπλήξεις και τιμωρίες προσπαθούσαν να τα φέρουν στο σωστό δρόμο. Όταν μεγάλωσε ο Τζιμ δεν ήθελε καμία επαφή με τους γονείς του κι όταν έγινε διάσημος τραγουδιστής και στιχουργός των Doors, δήλωνε στις συνεντεύξεις του ότι και οι δύο γονείς του ήταν πεθαμένοι.

Η οικογένεια του είχε συχνές μετακομίσεις λόγω του επαγγέλματος του πατέρα του και ο Τζιμ άλλαξε πολλά σχολεία. Ήταν ικανός και έξυπνος μαθητής με ενδιαφέρον για τη λογοτεχνία, την ποίηση, τη φιλοσοφία και την ψυχολογία. Μπήκε στο Πανεπιστήμιο της Φλόριντα 1962, το οποίο διέθετε φθηνά δίδακτρα, αλλά δεν έμεινε ικανοποιημένος, μετακόμισε στο κολέγιο FSU,και το 1964 πήγε στο Λος Άντζελες της Καλιφόρνια όπου σπούδασε κινηματογράφο στο UCLA. Στίχους έγραφε από τα παιδικά του χρόνια και μετά το τέλος των σπουδών του προσπάθησε να εκδώσει τα ποιήματα του. Το 1965 ίδρυσε με έναν συμφοιτητή του από το UCLA, το συγκρότημα Doors. Έγιναν γνωστοί το 1967 με το πρώτο τους άλμπουμ και τα τραγούδια “Light my fire” και “People are strange”, ενώ τον ίδιο χρόνο με το δεύτερο άλμπουμ, «Παράξενες μέρες», έγιναν κατευθείαν το πιο δημοφιλές ροκ συγκρότημα της Αμερικής. Το 1968 και 1969 βγάλανε 2 ακόμη άλμπουμ, ξεκίνησαν περιοδείες στην Ευρώπη και έγιναν γνωστοί σε όλο τον κόσμο.

Στις πρώτες εμφανίσεις του ο Μόρισον είναι ντροπαλός και συνεσταλμένος, σύντομα όμως εμφάνισε μια ιδιόρρυθμη επαναστατικότητα, πολλοί την ερμήνευσαν ως αντίδραση στο αυταρχικό οικογενειακό περιβάλλον στο οποίο είχε μεγαλώσει. Θέλοντας να προκαλέσει τα συντηρητικά ήθη της εποχής, ξεκίνησε να συμπεριφέρεται αλλόκοτα πάνω στην σκηνή. Πετούσε μικρόφωνα, βλαστημούσε, έκανε μιμήσεις της σεξουαλικής πράξης, έσπαγε πράγματα, σ’ ένα μεθύσι του κατέστρεψε τον μουσικό εξοπλισμό τους και παραλίγο να προκαλέσει την διάλυσή του συγκροτήματος. Οι οπαδοί του παραληρούσαν με τα καμώματά του, συγχρόνως μπήκε στο στόχαστρο των αρχών και της αστυνομίας. Πολλές φορές τον συνέλαβαν μετά από συναυλία ενώ σε κάποιες άλλες περιπτώσεις, συναυλίες τους απαγορεύτηκαν για λόγους δημοσίας τάξεως. Στις 20 Σεπτεμβρίου του 1970 καταδικάστηκε σε καταναγκαστικά έργα έξι μηνών επειδή είχε δείξει τα γεννητικά του όργανα στο κοινό κατά τη διάρκεια συναυλίας στο Μαϊάμι. Τον ίδιο χρόνο εκδόθηκε η ποιητική του συλλογή The Lord and Creatures, ενώ τον επόμενο, και επειδή το κλίμα ήταν πολύ αρνητικό στις ΗΠΑ γι αυτόν, αποφάσισε να εγκατασταθεί μαζί με την Πάμελα Κούρσον στο Παρίσι και να αφοσιωθεί στην ποίηση του. Η Πάμελα ήταν η σύντροφος της ζωής του, είχαν γνωριστεί προτού γίνει διάσημος και διατηρούσαν μια ελεύθερη σχέση με πολλούς τσακωμούς, χωρισμούς και επανασυνδέσεις. Παράλληλα ο Μόρισον έκανε συχνότατα σεξ με θαυμάστριες και είχε πολλές σύντομες σχέσεις με διασημότητες.

Στις 3 Ιουλίου 1971 βρέθηκε νεκρός στο μπάνιο του διαμερίσματος τους στο Παρίσι. Η επίσημη εκδοχή του θανάτου του ήταν καρδιακή προσβολή. Πολλοί μίλησαν για θάνατο από ναρκωτικά. Θάφτηκε στη «γωνιά των ποιητών» του νεκροταφείου «Περ Λασέζ» στο Παρίσι.