|
ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ Κλωντ Μακέι 1889 έως 1948 (59)
| ||
|---|---|---|---|
|
Αν πρέπει να πεθάνουμε
|
Ο Κλωντ Μακέι (Claude McKay, 1889-1948), ήταν Τζαμαϊκανός συγγραφέας και ποιητής, ο οποίος αναδείχθηκε σε εμβληματική μορφή της Αναγέννησης του Χάρλεμ. Έγραψε τέσσερα μυθιστορήματα, διηγήματα, ποιήματα και δύο αυτοβιογραφικά βιβλία ενώ συγχρόνως αγωνίστηκε για τα δικαιώματα των εγρώμων.
Γεννήθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου 1890 στην περιοχή Κλάρεντον της Τζαμάικα και ήταν ο μικρότερος από οχτώ παιδιά. Ο πατέρας του ήταν ευκατάστατος αγρότης ο οποίος είχε αρκετά στρέμματα γης ώστε να μπορεί να ψηφίζει. Ο Κλωντ επηρεάστηκε από τον μεγαλύτερο αδερφό του και έγινε ένθερμος αναγνώστης της κλασικής λογοτεχνίας, της φιλοσοφίας, της επιστήμης και της θεολογίας. Ξεκίνησε να γράφει δική του ποίηση από την ηλικία των 10 ετών. Ως έφηβος το 1906, μαθήτευσε σε έναν ξυλουργό και προετοιμαζόταν για τεχνίτης, ωστόσο γνώρισε έναν άντρα, τον Γουόλτερ Τζέκιλ, ο οποίος έγινε μέντορας του και τον ενθάρρυνε να επικεντρωθεί στο γράψιμό και να προσπαθήσει να σπουδάσει. Το 1912 έφυγε για την Αμερική, για να παρακολουθήσει μια σχολή στην Νότια Καρολίνα, όπου σοκαρίστηκε από τον έντονο ρατσισμό που συνάντησε. Εγκατέλειψε σύντομα τη Νότια Καρολίνα για να σπουδάσει στο Κρατικό Γεωργικό Κολέγιο του Κάνσας. Το 1914 εγκατέλειψε την ιδέα να γίνει γεωπόνος και να γυρίσει στην πατρίδα του, μετακόμισε στη Νέα Υόρκη, όπου παντρεύτηκε την παιδική του αγαπημένη. Μετά από μόλις έξι μήνες γάμου, η γυναίκα του επέστρεψε στην Τζαμάικα και γέννησε την κόρη τους, ο Μακέι ποτέ δεν θα συναντούσε το παιδί του καθώς ποτέ δεν θα επέστεφε στην Τζαμάικα. Στην Αμερική για κάποια χρόνια εργάστηκε ως σερβιτόρος, συγχρόνως ξεκίνησε να δημοσιεύει ποιήματα και διηγήματα σε περιοδικά. Εντάχθηκε στην οργάνωση Βιομηχανικοί Εργάτες του Κόσμου και αγωνίστηκε για τη μαύρη αυτοδιάθεση στο πλαίσιο της σοσιαλιστικής επανάστασης. Το 1919, μια περίοδο έντονης φυλετικής βίας κατά των μαύρων στις αγγλοαμερικανικές κοινωνίες, δημοσίευσε στο περιοδικό «Ελευθερωτής», το ποίημα ‘Αν πρέπει να πεθάνουμε (If We Must Die) προτρέποντας τους μαύρους να αντιμετωπίσουν τους καταπιεστές τους, ανταποδίδοντας τα χτυπήματα που δέχονταν. Από το Νοέμβριο του 1922, μέχρι και τον Ιούνιο του 1923, επισκέφθηκε τη Σοβιετική Ένωση και παρακολούθησε το τέταρτο συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς στη Μόσχα., όπου συνάντησε κορυφαίους μπολσεβίκους, συμπεριλαμβανομένων των Λέοντος Τρότσκι, Νικολάι Μπουχάριν και Καρλ Ράντεκ. Κατέγραψε λεπτομερώς την εμπειρία του στη Ρωσία, στο δοκίμιο «Η Σοβιετική Ρωσία και οι Νέγροι», που δημοσιεύθηκε το Δεκέμβριο του 1923 στο αντίστοιχο τεύχος του περιοδικού «Η Κρίση», επίσημο όργανο της Εθνικής Ένωσης για την Πρόοδο των Εγχρώμων Ατόμων. Το 1928, δημοσίευσε το πιο γνωστό μυθιστόρημά του, ‘Το Σπίτι στο Χάρλεμ’ (Home to Harlem), το οποίο κέρδισε το Χρυσό Βραβείο Χάρμον για τη λογοτεχνία. Με αυτό το βιβλίο, υπήρξε ο πρώτος έγχρωμος στην ιστορία που βιβλίο του, έγινε best seller. Το μυθιστόρημα, που απεικονίζει τη ζωή στους δρόμους του Χάρλεμ, είχε σημαντικό αντίκτυπο στους μαύρους διανοούμενους στην Καραϊβική, τη Δυτική Αφρική και την Ευρώπη. Το 1944, απογοητευμένος από τον κομμουνισμό έκανε στροφή προς την ρωμαιοκαθολική εκκλησία, ξεκινώντας να εργάζεται σε καθολικές οργανώσεις βοήθειας στην Νέα Υόρκη. Κατέγραψε τις εμπειρίες του σε μια νέα συλλογή δοκιμίων, το Harlem: Negro Metropolis, η οποία προσφέρει μια ανάλυση της αφροαμερικανικής κοινότητας στην Χάρλεμ εκείνη την εποχή. Το 1948, στις 22 Μαΐου, πέθανε αιφνιδιαστικά από καρδιακή προσβολή στο Σικάγο του Ιλινόις. |
||