ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ

Ιούλιος Καίσαρας -100 έως -44 (56)

Δεν είναι ο καλοθρεμμένος και μακρυμάλλης άντρας που φοβάμαι, αλλά αυτός που φαίνεται χλωμός και πεινασμένος.


ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ



Ο Γάιος Ιούλιος Καίσαρας ήταν στρατηγός και πολιτικός, με τις κατακτήσεις του έβαλε τις βάσεις για την δημιουργίας της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Γεννήθηκε στην Ρώμη σε μια οικογένεια αριστοκρατικής καταγωγής που άνηκε στην τάξη των πατρικίων, ο Ιούλιος ωστόσο σε όλη του την ζωή τάχθηκε αμετακίνητα με το φιλολαϊκό (δημοκρατικό) κόμμα. Έλαβε πολύ καλή μόρφωση, στα λατινικά και στα ελληνικά, έμαθε την τέχνη της ρητορικής, της ποίησης και την νομικής ενώ το 86 πέθανε ο πατέρας του κι ο Ιούλιος ανεξαρτητοποιήθηκε απότομα. Διέλυσε έναν αρραβώνα που του είχαν κάνει και παντρεύτηκε την κόρη του αρχηγού των δημοκρατικών Κορνηλία. Το 84 ανέλαβε την εξουσία ο αρχηγός των αριστοκρατικών Σύλλας και του ζήτησε να την χωρίσει την Κορνηλία ως ένδειξη σύμπραξης μαζί του. Ο Ιούλιος που είχε εντωμεταξύ μια κόρη την Ιουλία αρνήθηκε και έζησε για ένα διάστημα κρυμμένος στην εξορία για να γλιτώσει. Οι αριστοκρατικοί πίεσαν τον Σύλλα να του δώσει χάρη με το επιχείρημα πως ήταν ένα παιδί και η οικογένεια του από χρόνια αριστοκρατικοί, εκείνος ενέδωσε, προβλέποντας ωστόσο πως από τον Ιούλιο η αριστοκρατία θα πάθει την μεγαλύτερη καταστροφή. Τα επόμενα χρόνια ο Ιούλιος τα πέρασε με το στράτευμά στην Ασία, επέστρεψε στην Ρώμη μονάχα όταν πέθανε ο Σύλλας, το 78. Σε ένα ταξίδι για την Ρόδο πιάστηκε από πειρατές, πλήρωσε τα λύτρα κι ελευθερώθηκε, του κυνήγησε και τους σκότωσε και μετά συνέχισε για την Ρόδο όπου παρακολούθησε μαθήματα ρητορικής από τον Απολλώνιο. Μετά πέρασε στα Μικρασιατικά παράλια, οργάνωσε τον στρατό και απώθησε τα στρατεύματα του Μιθριδάτη που λεηλατούσαν τις ρωμαϊκές πόλεις. Επέστρεψε στην Ρώμη και το 68 έγινε ταμίας. Όταν κάποια μέρα είδε τον ανδριάντα του Μέγα Αλέξανδρου αναφώνησε: «Στην ηλικία μου ο Αλέξανδρος ήταν κοσμοκράτορας, κι εγώ δεν έχω κάνει τίποτε που ν’ αξίζει ακόμη». Όταν περνούσε από ένα φτωχό χωριουδάκι των Άλπεων, είπε: «Καλύτερα να ήμουν πρώτος εδώ παρά δεύτερος στην Ρώμη». Και μερικά χρόνια αργότερα όταν υπήρχαν υπόνοιες για την δεύτερη σύζυγο του, -η πρώτη είχε πεθάνει- την έδιωξε λέγοντας: «Η γυναίκα του Καίσαρα δεν πρέπει απλώς να είναι τίμια αλλά και να φαίνεται τίμια». Το 61 διορίστηκε πραίτορας στην Ισπανία αλλά είχε δανειστεί μεγάλα ποσά για δωροδοκίες αυτών που τον διόρισαν και για δώρα στις πολλές ερωμένες του ώστε οι δανειστές απαγόρευαν την αναχώρηση του. Ο φίλος του Κράσσος ανέλαβε μέρος των χρεών για να του επιτραπεί τελικά η αναχώρηση. Στην Ισπανία είχε μεγάλες επιτυχίες, υπέταξε εχθρικές φυλές, ασφάλισε τα σύνορα, οργάνωσε την διοίκηση και επέστρεψε στην Ρώμη θριαμβευτής και με πολλά λάφυρα. Το 59 εξελέγη ύπατος εξαγοράζοντας πλήθος ψήφων. Τον ίδιο καιρό επέστρεψε το ίδιο θριαμβευτικά και ο Πομπήιος από την Ανατολή. Του πρόσφερε την κόρη του για γυναίκα και σύναψε μαζί με αυτόν και με τον Κράσσο μια τριανδρία για προώθηση των συμφερόντων τους. Ο Καίσαρας εισηγήθηκε στην σύγκλητο μια σειρά από φιλολαϊκά μέτρα όπως διανομή κρατικών γαιών σε φτωχούς πολίτες και περιορισμό της φορολογίας, η σύγκλητος αντιδρούσε, εκείνος πέρασε τα μέτρα με την βοήθεια της λαϊκής συνέλευσης και ασκώντας βία κατά των αριστοκρατικών. Ο Κάτων για ένα διάστημα φυλακίστηκε, ο Λούκουλλος απειλήθηκε με διωγμό, ο Κικέρων μετατάχθηκε στην τάξη των πληβείων, πολλοί άλλοι απειλήθηκαν. Κατά την υπατεία του ο Ιούλιος καθιέρωση την πρώτη εφημερίδα, συγκεκριμένα αναρτούσαν έξω από την σύγκλητο τα πεπραγμένα της έτσι ώστε ο λαός να γνωρίζει και να την ελέγχει.

Όταν όλα είχαν ρυθμιστεί στην Ρώμη και είχε εδραιώσει την δύναμη του, θέλοντας να κερδίσει και στρατιωτική φήμη, ανέλαβε διοικητής της Γαλατίας (σημερινή βόρεια Ιταλία και νότια Γαλλία). Στα εννιά χρόνια που έμεινε εκεί είχε αμέτρητες επιτυχίες, κυριεύοντας εκατοντάδες πόλεις και υποδουλώνοντας πολλά έθνη, αυξάνοντας σημαντικά τα Ρωμαϊκά εδάφη, την φήμη και την δύναμη του. Το 53 ο Κράσσος σκοτώθηκε στον πόλεμο κατά των Παρθών ενώ ο τρίτος της τριανδρίας, ο Πομπήιος, του οποίου η γυναίκα και κόρη του Καίσαρα είχε πεθάνει σε μια γέννα της, άλλαξε απροειδοποίητα στάση απέναντι του. Εγκατέλειψε την θέση του στην Ανατολή βιαστικά στην Ρώμη όπου κυριαρχούσε η βία και η διαφθορά, επέβαλε την τάξη με τα όπλα, συντάχθηκε με τους αριστοκρατικούς και κανόνισε να τον αναγορεύσει η σύγκλητος μοναδικό ύπατο. Ο Καίσαρας δεν μπορούσε να δεχτεί τον παραγκωνισμό του, έκανε κάποιες αντιπροτάσεις για να διατηρήσει κι αυτός την εξουσία του, δεν έγιναν δεκτές και τότε κίνησε με το στράτευμα του προς την Ρώμη. Σύμφωνα με τον νόμο, από τον ποταμό Ρουβικώνα απαγορευόταν να προχωρήσει στρατός προς την Ρώμη, ο Ιούλιος πέρασε τον ποταμό, «διέβη τον Ρουβικώνα», «ο κύβος ερρίφθη» όπως λέγεται μέχρι σήμερα. Περνώντας τις πόλεις της Ιταλίας ο στρατός του μεγάλωνε καθώς οι πολίτες συντασσόταν μαζί του, έφτασε στην Ρώμη κι ο Πομπήιος δεν είχε καμία ελπίδα, έφυγε με τον στρατό του στην Αδριατική αναμένοντας καλύτερη ευκαιρία να αναμετρηθεί μαζί του. Τελικά συγκρούστηκαν οι 2 στρατοί ύστερα από χρόνια, το 48 στα Φάρσαλα. Νικητής αναδείχτηκε ο Καίσαρας ο οποίος συνέτριψε τον εχθρό, επέδειξε ωστόσο μεγαλοψυχία και έδωσε αμνηστία στους ηττημένους στρατιώτες, ενώ ειδικά στον Βρούτο που μάλλον ήταν γιο του και είχε συνταχθεί με τον Πομπήιο, του έταξε μεγάλα αξιώματα για να τον πάρει με το μέρος του. Μετά την μεγαλειώδη νίκη του ο Ιούλιος πήγε στην Αίγυπτο όπου επέβαλε την Κλεοπάτρα ως βασίλισσα διώχνοντας τον αδερφό της Πτολεμαίο ΙΓ και τον κύκλο του. Έμεινε για 9 μήνες στην Αίγυπτο σαγηνεμένος από την Κλεοπάτρα με την οποία έκανε κι έναν γιο. Το 47 πήγε στην Ασία και με μια εκστρατεία αστραπή κατατρόπωσε τους Πέρσες που είχαν γίνει απειλητικοί, τότε έγραψε σε γράμμα του το γνωστό : «Ήρθα, είδα, νίκησα». Επέστρεψε στην Ρώμη μαζί με την Κλεοπάτρα και τον γιο τους τον Οκτώβριο του 47. Το 46 νίκησε και τις εναπομείναντες δυνάμεις των Πομπηιανών, η σύγκλητος τον ονόμασε ισόβιο δικτάκτορα και του επέτρεψε να φορά δάφνινο στεφάνι. Έχοντας τελειώσει, για την ώρα, με τους πολέμους, ξεκίνησε να οργανώνει το κράτος. Διέλυσε τις συντεχνίες, μοίρασε κρατική γη σε παλαίμαχους στρατιώτες και φτωχούς, έστειλε πολίτες σε άλλες χώρες να εποικίσουν, μείωσε χρέη, τόκους και φόρους, παραχώρησε την ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη στους μορφωμένους ξένους, καθιέρωσε την πλήρη ανεξιθρησκία, έφτιαξε καινούργιο ημερολόγιο, το Ιουλιανό με έναν μήνα να έχει το όνομα του. Είχε στο μυαλό του και πολλά άλλα σχέδια, αλλά δεν πρόλαβε.

Ο Ιούλιος ήταν άνθρωπος ανοιχτόκαρδος με λεπτό σαρκαστικό χιούμορ, γοητευτικός και καλοσυνάτος, ευγενικός, θαυμάσιος ρήτορας, συγχωρούσε τα ελαττώματα των άλλων, δεχόταν ακόμη και πειράγματα, χτένιζε μπροστά τα μαλλιά του για να καλύπτει την φαλάκρα του κι οι στρατιώτες του τον αποκαλούσαν ο φαλακρός εραστής καθώς είχε πλήθος ερωμένων, ήταν ψηλός μαυριδερός με όμορφα μάτια, πάντα σε καλή φυσική κατάσταση. Ήταν αναμφίβολα μεγαλόκαρδος, για παράδειγμα υπήρξε από τους λίγους που σταματούσε τις μονομαχίες λίγο πριν δεχτεί ο νικημένος το τελειωτικό θανατηφόρο χτύπημα. Είχε φερθεί με μεγάλη γενναιοψυχία, και στους ηττημένους των πολέμων του και στους πολιτικούς αντιπάλους του. Οι αριστοκρατικοί τον φοβόταν ωστόσο, φοβόταν πως θα γινόταν βασιλιάς και θα τους εξαφάνιζε, φοβόταν ότι θα έπαιρνε την Κλεοπάτρα και θα πήγαινε να κάνει πρωτεύουσα την Αλεξάνδρεια, φοβόταν την δύναμη του. Στις 14 Μαρτίου ο Ιούλιος είχε προσκεκλημένους και όπως το έφερε η κουβέντα, είπε πως ο καλύτερος θάνατος είναι ο απροσδόκητος. Το πρωί η γυναίκα του είπε πως είχε δει κακό όνειρο και να μην πάει στην σύγκλητο, ένας μάντης τον προειδοποίησε πως πρέπει να φοβάται τις Ειδούς του Μαρτίου (15 Μαρτίου), κάποιος που ήξερε για την συνομωσία θέλησε να τον προειδοποιήσει δίνοντας του ένα χαρτί που όμως δεν πρόλαβε να διαβάσει καθώς προχωρούσε ανάμεσα στα πλήθη που τον χαιρετούσαν και τον επευφημούσαν. Έφτασε στην σύγκλητο και κάθισε στο έδρανο του, μαζεύτηκαν ξαφνικά τριγύρω του ένα πλήθος ατόμων που ξεκίνησαν να τον μαχαιρώνουν ασταμάτητα, δέχτηκε 23 μαχαιριές από 23 άτομα ώστε να μοιραστούν όλοι μαζί την δολοφονία του. Ανάμεσα στους εκτελεστές και ο Βρούτος. Τα τελευταία του λόγια στα Ελληνικά: «Κι εσύ τέκνον Βρούτε;»