ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ

Πωλ Βερλαίν 1844 έως 1896 (52)

Τίποτε δεν είναι καλύτερο για την ψυχή από το να κάνει λιγότερο δυστυχισμένη μιαν άλλη ψυχή.


ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ

ΤΟ ΟΙΚΕΙΟ

ΜΟΥ ΟΝΕΙΡΟ


Συχνά έχω τούτο το παράξενο και διαπεραστικό όνειρο
μιας γυναίκας άγνωστης που αγαπώ και με αγαπά
και που όμως δεν είναι κάθε φορά ούτε ακριβώς η ίδια
αλλά ούτε και κάποια άλλη, και με αγαπά και με καταλαβαίνει
Γιατί εκείνη με καταλαβαίνει και η καρδιά μου είναι διάφανη
για αυτή μονάχα και τον ιδρώτα του χλωμού προσώπου μου
μονάχα αυτή ξέρει να δροσίζει με το κλάμα της
Να είναι άραγε καστανή, ξανθιά ή κοκκινομάλλα;
Δεν ξέρω το όνομά της; Θυμάμαι πως είναι γλυκό και εύηχο
σαν τα ονόματα των αγαπημένων που μας στέρησε η ζωή
Το βλέμμα της είναι όμοιο με το βλέμμα των αγαλμάτων
και όσον αφορά τη φωνή της, απόμακρη και ήρεμη και σοβαρή,
με τη χροιά αγαπημένων φωνών που σώπασαν.

O Πωλ Βερλαίν (Paul Verlaine, 30 Μαρτίου 1844, - 8 Ιανουαρίου 1896, ) ήταν ένας σημαντικός Γάλλος λυρικός ποιητής που συνέβαλε στην μετάβαση από το ρομαντισμό στο συμβολισμό. Γεννήθηκε στο Μετς της Γαλλίας σε μια εύπορη οικογένεια, ο πατέρας του ήταν στρατιωτικός . Τέλειωσε το σχολείο το 1862 με διακρίσεις στην μετάφραση από τα λατινικά και εργάστηκε για ένα διάστημα σε μια ασφαλιστική εταιρεία και μετά στο δημαρχείο, ωστόσο από τα νεανικά του χρόνια είχε ξεκινήσει να γράφει ποίηση και μεγαλώνοντας ήρθε σε επαφή με την ομάδα των παρνασσιστών και άλλους σύγχρονους ποιητές, όπως τον Μαλαρμέ και τον Ανατόλ Φρανς, και άρχισε να δημοσιεύει ποιήματά του. Μέχρι το 1870 είχε εκδώσει 3 συλλογές ποιημάτων και είχε γίνει γνωστός στους λογοτεχνικούς κύκλους. Τον Αύγουστο του 1870 παντρεύτηκε τη δεκαεξάχρονη Ματίλντ Μοτέ και μετακόμισε να ζήσει μαζί με τα πεθερικά του στο Παρίσι. Τον ίδιο χρόνο ξεκίνησε να του στέλνει γράμματα ένας δεκαεφτάχρονος έφηβος, ο Ρεμπώ, δηλώνοντας θερμός θαυμαστής της ποίησης του. Αλληλογραφούν τακτικά και το 1871 ο Ρεμπώ αφήνει την γενέτειρα του -Charleville (Αρδέννες)- και καταφτάνει στο Παρίσι περνώντας τον κλοιό των πρωσικών στρατευμάτων που πολιορκούσαν την πόλη. Ο Πωλ τον φιλοξενεί για 15 ημέρες κατά την διάρκει τωΝ οποίων η φιλία τους μετατρέπεται σε έρωτα.

Ο Πωλ αφήνει γυναίκα και το τριών μηνών παιδί του και φεύγει με τον Ρεμπώ. Περιπλανιούνται σε πόλεις της βόρειας Γαλλίας και το Βέλγιο ώσπου έφτασαν κι εγκαταστάθηκαν στο Λονδίνο. Εκεί ζουν μποέμικη ζωή με συγγραφή και πολλά μεθύσια και κραιπάλες. Τον Ιούλιο του 1873 ο Βερλαίν τραυματίζει τον Ρεμπώ στο χέρι πυροβολώντας τον 2 φορές ύστερα από έντονο καυγά και ενώ βρίσκονταν και οι δυο υπό την επήρεια μέθης. Ο Βερλαίν καταδικάστηκε σε φυλάκιση 2 χρόνων. Αφέθηκε ελεύθερος τον Ιανουάριο του 1875, έχοντας ασπαστεί στην φυλακή τον Ρωμαιοκαθολικισμό. Η σύζυγος του εντωμεταξύ τον είχε χωρίσει κι αυτός έκανε μια προσπάθεια επανασύνδεσης, χωρίς αποτέλεσμα. Προσπάθησε να επανασυνδεθεί και με τον Ρεμπώ, τον οποίο συνάντησε στην Στουργάρδη, και πάλι χωρίς αποτέλεσμα, ήταν η τελευταία φορά που ειδωθήκαν. Έφυγε για Αγγλία κι έζησε σε διάφορες πόλεις εργαζόμενος ως δάσκαλος γαλλικών και σχεδίου και γράφοντας ποιήματα. Κατάφερε με την ποίηση του να κερδίσει την αναγνώριση των Άγγλων λογοτεχνών της εποχής και επέστρεψε στην Γαλλία όπου το 1880 εκδόθηκε η συλλογή ποιημάτων του Sagesse, καθοριστική για την καθιέρωση του ως σπουδαίο ποιητή. Το 1883 πέθανε ένας 23χρονος νεαρός μαθητής του με τον οποίο ο Βερλαίν είχε στενές σχέσεις και ζούσαν μαζί, γεγονός που του στοίχισε πολύ. Τα επόμενα χρόνια έμεινε με την μητέρα του, η οποία πέθανε το 1886. Τον ίδιο χρόνο ξαναπαντρεύτηκε η Ματίλντ ενώ εκείνος έγραψε το «Οι αναμνήσεις ενός χήρου» έργο με πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία. Έκτοτε μπαινόβγαινε σε νοσοκομεία με κλονισμένη την υγεία, δεν σταμάτησε πάντως να γράφει και να δημοσιεύει. Το 1893 είναι υποψήφιος για την Γαλλική Ακαδημία, το 1894 εκλέγεται πρίγκιπας τον ποιητών και του παραχωρείται βοήθημα 500 φράγκων, το 1895 ζει μαζί με μία γυναίκα, την Eugénie Krantz ενώ το 1895, στις 8 Ιανουαρίου, πεθαίνει.